21 Φεβ 2011

Ένα bit νοήμονης πληροφορίας


Για ποιον λόγο ο άνθρωπος είναι το εξυπνότερο είδος απ’ όλα τα άλλα; Η απλούστερη απάντηση είναι επειδή ήταν άνθρωπος αυτός που έκανε την ερώτηση. Βεβαίως το ερώτημα παραμένει αν υπήρχε νοημοσύνη μέσα στο σύμπαν πριν εμφανιστεί ο άνθρωπος για να θέσει το ερώτημα. Η απάντηση είναι και πάλι απλή: Προφανώς, αλλιώς δεν θα ήμασταν εδώ για να ρωτάμε. Το ουσιαστικό ερώτημα επομένως τίθεται αν είναι ο άνθρωπος νοήμων, ή αν πρόκειται για ένα λίγα ακόμη bits χαζό ερώτημα.

Ίσως είναι τόσο απλό να δείξουμε ότι η νοημοσύνη ξεκινάει να υπάρχει απαραίτητα από τότε που υπάρχει και το σύμπαν. Αλλιώς δεν θα υπήρχαν οι φυσικοί νόμοι σύμφωνα με τους οποίους οργανώθηκε η ύλη που έφτιαξε εμάς να το σκεφτόμαστε. Ο κόσμος όχι μόνο υπάρχει αλλά επίσης αλλάζει. Στη βιολογία θεωρείται ότι μία σειρά μεταλλάξεων στο DNA οδηγεί σταδιακά στη γενετική διαφοροποίηση των ειδών. Οι μεταλλάξεις βεβαίως έχουν να κάνουν με αλλαγές στη γενετική πληροφορία, που βρίσκεται αποθηκευμένη στο DNA. Με αυτήν την έννοια, είναι η πληροφορία η οποία μεταλλάσσεται, η οποία ανασυνδυάζει τα bits από τα οποία αποτελείται, και αυτό ανεξάρτητα πολλές φορές από τους παράγοντες που ενεργοποιούν αυτήν τη διαφοροποίηση ή τον τόπο όπου η συγκεκριμένη πληροφορία κατοικεί.

Αυτός ο γενικότερος και μη υλικός απαραίτητα χαρακτήρας της πληροφορίας και κατά συνέπεια της εξέλιξης των ειδών, μας δείχνει ότι αυτή η εξέλιξη καθώς και αυτό που ονομάζουμε είδος έχει να κάνει περισσότερο με μία έννοια παρά με ένα βιολογικό πλαίσιο. Κάποιος βεβαίως μπορεί να πει ότι δεν υπάρχει νοημοσύνη έξω από τη ‘ζωντανή’ ύλη. Ωστόσο, το επιχείρημά του μπορεί πολύ εύκολα να καταρριφτεί: αρκεί να σκεφτούμε την περίπτωση της τεχνητής νοημοσύνης, ή ακόμα περισσότερο τη δυνατότητα ‘μη ζωντανών’ οντοτήτων, όπως το φως, τα φυσικά πεδία, η ενέργεια γενικότερα, και ακόμη οι ίδιοι οι νόμοι της φύσης, να εμφανίζονται, να αυτοργανώνονται, να διαδίδονται, να διαιωνίζονται, να μετατρέπονται, να δημιουργούνται και να καταστρέφονται, όπως ακριβώς μπορεί να κάνει και κάθε βιολογικό ον.

Φτάνουμε έτσι με ένα τρόπο ευθύβολο και σύντομο στο τελευταίο προπύργιο μιας έννοιας της νοημοσύνης αποσπασματικής και αποκομμένης από το σύνολο του κόσμου: αυτό της αυτεπίγνωσης. Θα μπορούσε τώρα κάποιος να ισχυριστεί ότι αυτό που ξεχωρίζει τους ανθρώπους ως πραγματικά νοήμονα όντα είναι το γεγονός ότι διαθέτουν συναίσθηση του εαυτού τους. Και πάλι όμως αυτή η αυταναφορά είναι στην πραγματικότητα ένα κοινό χαρακτηριστικό όλων των φυσικών συστημάτων. Ως γνωστό, στη βιολογία, οι ζωντανοί οργανισμοί διαθέτουν την ιδιότητα της ομοιόστασης, χάρη στην οποία μπορούν να διατηρούνται σε σχέση με τις μεταβολές του φυσικού περιβάλλοντος. Γενικότερα, όλα τα φυσικά συστήματα διαθέτουν αυτήν την ικανότητα της αυτοδιατήρησης, μέσω θερμοδυναμικών διαδικασιών και στα πλαίσια της αρχής διατήρησης της ενέργειας. Σε ένα επίπεδο καθαρής πληροφορίας, είναι η ίδια η πληροφορία η οποία μπορεί να αυτοργανώνεται, να διαδίδεται και να διαφοροποιείται, και αυτό σε ένα επίπεδο πολύ προγενέστερο και πολύ πιο θεμελιώδες από εκείνο της βιολογίας ή της ψυχολογίας- ακόμη και της φυσικής.

Αυτήν την τελευταία ιδιότητα της αυταναφοράς ως αναγκαία συνθήκη για το κτίσιμο της ανθρώπινης νοημοσύνης και ακόμη περισσότερο την απόκτηση αυτεπίγνωσης, θα μπορούσαμε να σταθούμε λίγο και να την αναλύσουμε περισσότερο. Η ανθρώπινη σκέψη, και όχι τυχαία, έχει κληρονομήσει από τη φύση τα ίδια χαρακτηριστικά με τα οποία και η φύση λειτουργεί. Είδαμε ότι η ύλη και γενικότερα η πληροφορία με τη μορφή ενεργειακών πεδίων, φυσικών νόμων, τρόπων σκέψης, κοκ, διαθέτει (μετά τη σχεδόν μαγική ιδιότητα να γεννιέται αυθόρμητα) αυτήν την ικανότητα της αυτοργάνωσης. Στην περίπτωση της ανθρώπινης σκέψης και ειδικότερα της λογικής, η αυτοργάνωση εμφανίζεται με τη μορφή των λογικών βρόγχων, δηλαδή συνειρμικών επαναλήψεων που οδηγούν στην τεκμηρίωση ενός γεγονότος μέσα στη σκέψη μας. Μια διαδικασία ‘τετραγωνισμού λογικών κύκλων’ θα λέγαμε, όπου κάθε επόμενος λογικός βρόγχος επικαλύπτει τον προηγούμενο εωσότου η κρίση μας ικανοποιηθεί για να θεωρήσει ένα λογικό συμπέρασμα ως έγκυρο. Εδώ, δεν μας ενδιαφέρουν τόσο τα επιμέρους στοιχεία αυτής της διαδικασίας όσο η ίδια διαδικασία- και τίθεται το ερώτημα: Είναι εκτός από αναγκαία και ικανή αυτή η συνθήκη της αυταναφοράς να οδηγήσει στην αυτεπίγνωση;

Είναι αλήθεια ότι συνήθως δυσκολευόμαστε να αντιληφθούμε την ποικιλότητα και την ιδιομορφία που υπάρχει γύρω μας μέσα στον κόσμο. Και αυτό όχι μόνο σε ένα ανθρώπινο επίπεδο, όπου, λόγου χάρη, ένας δυτικός άνθρωπος θα έλεγε πως όλοι οι ανατολίτες είναι ίδιοι: κοντοί, με σχιστά μάτια! Πολύ περισσότερο δυσκολευόμαστε να δούμε τις διαφορές σε άλλα είδη. Για παράδειγμα, όλα τα σκυλιά μιας ράτσας φαίνονται ίδια (με εξαίρεση ίσως το δικό μας). Αυτό βεβαίως πολλές φορές μας έχει οδηγήσει σε ένα είδος γενετικού και πνευματικού ρατσισμού. Από εκεί και πέρα, ούτε ένα ζώο είναι λιγότερο έξυπνο επειδή δεν μιλάει ούτε εμείς επειδή δεν μπορούμε να σκαρφαλώσουμε στα δέντρα.

Αυτό είναι το φαινόμενο της πνευματικής απόκλισης, όπως θα το ονόμαζα. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό διαφοροποίησης της πληροφορίας σε ένα επίπεδο αντίστοιχο αλλά διαφορετικό με εκείνο της βιολογίας. Με τον ίδιο τρόπο που η πληροφορία μέσα στη φύση οργανώνεται ώστε να αποτελέσει μια συγκροτημένη δομή, παρόμοια διαφοροποιείται ώστε αυτή η δομή να είναι διαφορετική με κάθε άλλη που έχει υπάρξει. Μάλιστα όταν ένα τέτοιο φυσικό σύστημα πληροφορίας έρχεται σε επαφή με κάποιο άλλο, τότε ενεργοποιούνται διαδικασίες οι οποίες οδηγούν στην περαιτέρω αμοιβαία διαφοροποίηση. Αυτή η πληροφοριακής φύσης απόκλιση είναι που κάνει συχνά εμάς τους ανθρώπους να αναγνωρίζουμε τη δική μας νοημοσύνη σε αντίθεση με εκείνη των άλλων ανθρώπων, ή όλων των ανθρώπων μαζί σε αντίθεση με εκείνη των άλλων ειδών. Πρόκειται βεβαίως για ένα φαινόμενο έλλειψης πληροφορίας.

Σε ένα προηγούμενο σημείο κάναμε λόγο στην ιδιότητα της αυταναφοράς σε ότι αφορά την οργάνωση και αυτονόμηση της πληροφορίας. Αν και η αυταναφορά είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται στη λογική, η πληροφορία από μόνη της δεν είναι λογική, εκτός βεβαίως και αν σκεφτούμε ότι η λογική μας μπορεί να είναι απλά μία ιδιαίτερη περίπτωση αυταναφοράς. Πράγματι, η λογική αποτελεί ένα κλειστό, θα λέγαμε, σύστημα, καθώς παρότι μπορεί να θεωρεί τον ‘έξω’ από αυτήν κόσμο, παραμένει κάτι που αναφέρεται στον εαυτό του. Η ανθρώπινη λογική, άλλωστε, είναι άκρως εγωιστική. Επιβεβαιώνεται συνεχώς αναφερόμενη στον εαυτό της και συγκρίνεται σε κάθε ευκαιρία με οποιαδήποτε άλλη λογική μπορεί να συναντήσει. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να είμαστε σκληροί στην κριτική μας απέναντι σε αυτόν τον εγωιστικό της χαρακτήρα, αφού πηγάζει από το ίδιο το χαρακτηριστικό της αυτοργάνωσης της πληροφορίας. Μέσα από αυτήν την ιδιότητα της συγκρότησης των bits ή κβάντων της με έναν συγκεκριμένο και μοναδικό τρόπο μπορεί η πληροφορία να αποτελέσει ένα συγκροτημένο και ξεχωριστό σύνολο.

Η αυταναφορά ξεπερνά τα όρια της βιολογίας, της ψυχολογίας και της λογικής, και φτάνει στον πυρήνα της ίδιας της φύσης του κόσμου. Μια ανάλογη έννοια στο πιο θεμελιώδες επίπεδο όπου από το ‘τίποτε’ ξεκινάει να υπάρχει ‘κάτι’ είναι αυτή της δόνησης. Τα πάντα δονούνται. Ακόμη και το κενό. Και αυτή η δόνηση δεν είναι παρά μια διαρκής και συνεπής ως προς το χρόνο επιστροφή στο σημείο ισορροπίας, διαρκούς αναπαραγωγής της αρχικής συνθήκης, αέναη επιβεβαίωση του σημείου από το οποίο το ίδιο το δονούμενο σύστημα προήλθε. Αυτήν ακριβώς την αδιάκοπη ταλάντωση πραγματοποιεί και η ανθρώπινη σκέψη, από το παρελθόν στο μέλλον με κεντρικό σημείο αναφοράς το παρόν, από το καλό στο κακό, και από την έννοια της ζωής στην έννοια της ανυπαρξίας.

Το ζητούμενο πάντως εδώ είναι πώς καταφέρνει η σκέψη να απεμπλακεί από αυτόν τον ατέρμονο βρόγχο της επανάληψης των ίδιων πραγμάτων, όταν αυτά παρότι αλλάζουν μορφή στην ουσία τους παραμένουν τα ίδια. Με άλλα λόγια, πώς ο άνθρωπος περνά από τη μίμηση στη δημιουργικότητα. Πρώτα απ’ όλα αξίζει τον κόπο να αναφέρουμε πως πολλές φορές απατόμαστε ότι είμαστε δημιουργικοί, ενώ, την ίδια στιγμή, μιμούμαστε. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη συγγραφή ενός ποιήματος. Στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν ανασυνδυασμό της φαντασίας εννοιών και λέξεων, σύμφωνα με κάποιους κανόνες ιστορίας, ηθικής και γραμματικής. Αυτό, για παράδειγμα, που μας κινεί στην ‘Ιθάκη’ του Καβάφη είναι περισσότερο το ξύπνημα κοινών βιωμάτων, παρά η πρωτοτυπία του συγγραφέα (παρότι ίσως δεν μπορεί ο καθένας να πετύχει το ζητούμενο όπως καταφέρνει ο συγγραφέας).

Όσο κι αν ακούγεται πεζό, αυτή η αέναη επιστροφή της μνήμης στις ρίζες της, ακόμη κι όταν αυτές οι ρίζες είναι φανταστικές, αποτελεί τον κύριο μηχανισμό με τον οποίο λειτουργεί η ανθρώπινη σκέψη και η ίδια η φύση. Επάλληλοι συνειρμοί ή επαγωγικοί κύκλοι, όπως ακριβώς οι κύκλοι που δημιουργεί ένα βότσαλο που πέφτει στο νερό, και οποίοι ανοίγουν και ανάγονται. Το εκπληκτικό ωστόσο σε αυτήν τη διαδικασία είναι πώς μπορεί η νοημοσύνη με αυτόν το μηχανισμό της αυταναφοράς να εμπλουτίζεται με νέα γνώση, να προοδεύει και να αποκτάει ικανότητες ‘μαγικές,’ όπως είναι η διαίσθηση, η πρόβλεψη, και βεβαίως η δημιουργικότητα.

Ίσως η απάντηση να είναι- για ακόμη μια φορά- απελπιστικά απλή: Ο άνθρωπος με τη σκέψη μαθαίνει σιγά- σιγά να παράγει τις δικές του, μοναδικές και ανεπανάληπτες σκέψεις. Πρόκειται βεβαίως για μια θεμελιωδώς αυταναφορική διαδικασία όπου κάθε επόμενη σκέψη επιστρέφει στην προηγούμενη, πριν προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα, όπου θα παράξει την αμέσως επόμενη, κοκ. Το ζητούμενο όμως είναι αν η οποιαδήποτε σκέψη μπορεί να οδηγήσει στην ευφυΐα, ή μήπως υπάρχει κάποια ή μια ομάδα σκέψεων που οδηγεί στην ‘νοήμονη πληροφορία.’ Στο σημείο αυτό μπορούμε να κάνουμε την ακόλουθη υπόθεση και στη συνέχεια να την επιβεβαιώσουμε ή να τη διαψεύσουμε (ή απλά να τη διορθώσουμε και να τη συμπληρώσουμε).

Υπόθεση: Κάθε σύστημα πληροφορίας (όπως και αυτό της ανθρώπινης σκέψης) περιέχει μια πρόταση (η ομάδα προτάσεων), η οποία είναι αυταναφορική και μπορεί να ανάγει το ίδιο το σύστημα σε τέτοιον βαθμό πληρότητας ώστε να ξεπεράσει τον εαυτό του.

Ποια θα μπορούσε άραγε να είναι αυτή η πρόταση- κλειδί, η οποία θα ξεκλείδωνε τα μυστικά της έμπνευσης και της ιδιοφυίας; Ίσως να αρκεί η πρόταση: ‘Η σκέψη είναι δημιουργική,’ για να οδηγηθεί κάποιος στη δημιουργικότητα. Βεβαίως θα πρέπει να συνδράμουν οι κοινωνικές ευκαιρίες και τα υλικά μέσα, αλλά σε ένα καθαρά πληροφορικό επίπεδο πρόκειται ουσιαστικά για αυτεπίγνωση. Για ένα είδος ‘τετραγωνισμού’ της αντίληψης, ‘επικάλυψης’ ή απλά αυταναφοράς. Η σκέψη κλειδί επομένως για να γίνει κάποιος ‘νοήμων’ είναι να συνειδητοποιήσει ότι είναι νοήμων. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα αποκτά κάποιος την ικανότητα να χειρίζεται τη σκέψη του κατά βούληση. Ενώ δηλαδή χρειάζεται μια αρχική ματιά στον καθρέφτη για να αποκτήσουμε επίγνωση του προσώπου μας, θα πρέπει στη συνέχεια να συνδυάσουμε πολλά άλλα πρόσωπα και όψεις της πραγματικότητας για να βγάλουμε ένα σχετικά ολοκληρωμένο συμπέρασμα για τη φύση και το νόημα του κόσμου.

Πράγματι, το πιο συγκλονιστικό στάδιο για μια νοημοσύνη αποκομμένη από τον κόσμο είναι όταν έρχεται σε επαφή με αυτόν τον κόσμο, συνειδητοποιώντας ότι η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική από εκείνη που είχε φανταστεί. Πώς είναι δυνατό να έπεσε τόσο έξω; Είναι αρκετό το φαινόμενο της πνευματικής απόκλισης να εξηγήσει τη διαφορετικότητα όλων των άλλων ειδών και ανθρώπων; Πώς μπορεί η ίδια η αυταναφορική διαδικασία με την οποία κτίζεται η συνείδηση να οδηγήσει σε αποτελέσματα τόσο ξένα ακόμα και για την ίδια τη συνείδηση που τα παρήγαγε; Θα έλεγα με λίγα λόγια, ότι το μυστικό σε αυτήν τη διαδικασία είναι ότι το κάθε επόμενο παραχθέν πνευματικό γεγονός προκύπτει όχι απλά από το αμέσως προηγούμενο αλλά από το σύνολο όλων των προηγουμένων. Αντί δηλαδή για μία διαδικασία της μορφής 1,2,3,4,…, έχουμε μια διαδικασία της μορφής 1,2,3,6,12,24,…, όπου ο αριθμός 24, π.χ., προκύπτει από το άθροισμα όλων των προηγούμενων, κοκ. Αυτό βεβαίως οδηγεί σε μια πνευματική απόκλιση με γεωμετρική πρόοδο.

Προφανώς, δεν υπάρχει ένα καθοριστικό στάδιο ή κάποια μοναδική και ιδιαίτερη πληροφορία που να οδηγεί στο πέρασμα από τη μίμηση στη δημιουργικότητα. Αντίθετα είναι το σύνολο όλων των πληροφοριών που οδηγούν σταδιακά στο ζητούμενο. Η ανθρώπινη σκέψη κτίζεται πάνω σε επαναλήψεις ατέρμονων βρόγχων που έχουν το χαρακτηριστικό της αυταναφοράς, αναθεωρείται από τα λογικά της παράδοξα, μαθαίνει μέσα από τα λάθη της, επιβραβεύεται από τα ορθά συμπεράσματα, και οδηγείται με αυτόν τον τρόπο στην αυτογνωσία της. Η πνευματική απόκλιση αποτελεί μια έκφραση του πόσο γρήγορα οι ακολουθίες των ανθρώπινων συνειρμών μπορούν να απομακρυνθούν από το αρχικό τους σημείο και να διαφοροποιηθούν οδηγώντας σε μια αυτοτελή και πρωτότυπη σκέψη. Επίσης, η ‘μνήμη’ των σειρών των ανθρώπινων σκέψεων τονίζει ότι αυτό που έχει τελικά σημασία είναι όχι τόσο μια ρηξικέλευθη σκέψη που αναφέρεται στην ίδια την προέλευσή της και διερωτάται για την όποια πιθανή εξέλιξη, όσο το γενικότερο σύνολο όλων των σκέψεων που προηγήθηκαν και δρομολογούνε την εξέλιξή της. Με αυτόν άλλωστε τον τρόπο η αποσπασματική και αποκομμένη αυταναφερόμενη σκέψη οδηγείται στον ‘έξω κόσμο’ και στην ολότητα.