Η έννοια του μέτρου αποτελεί ίσως τον πιο χαρακτηριστικό κανόνα σε ότι αφορά την ανθρώπινη συμπεριφορά και γενικότερα την αντίληψη του ανθρώπου για τον κόσμο, καθώς και τον τρόπο με τον οποίον ο άνθρωπος κατανοεί την πραγματικότητα.
Το μέτρο είναι στην ουσία ένας κανόνας σύμφωνα με τον οποίο συγκρίνουμε κάθε μας σκέψη και πράξη με ένα πρότυπο το οποίο, και θεωρούμε ως το μέτρο αναφοράς. Σε αυτήν τη διαδικασία ο λόγος (αναλογία) μας δίνει και μιαν αίσθηση του πόσο ‘απέχουμε’ από το αντίστοιχο μέτρο αναφοράς, έτσι ώστε ακόμη κι όταν λειτουργούμε ‘εκτός ορίων’, και πάλι το πόσο ‘έξω’ βρισκόμαστε από τα όρια καθορίζεται σε σχέση με το αντίστοιχο πρότυπο ή μέτρο αναφοράς.
Στο βιβλίο του (Wholeness and the Implicate Order) o Bohm ασχολείται τόσο με την έννοια του μέτρου, όσο και, ακόμη βαθύτερα, με το πώς αυτή η έννοια παράγεται. Στις πρώτες κοινωνίες το μέτρο είχε να κάνει με τη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και στη φύση και ήταν συνυφασμένο με την έννοια της αρμονίας τόσο στην τέχνη και στην επιστήμη όσο και στην καθημερινότητα. Κι ενώ στις Δυτικές κοινωνίες το μέτρο αποτέλεσε έναν τρόπο διαίρεσης και κατακερματισμού της πραγματικότητας μέσω του χωρισμού στα επιμέρους και της μέτρησης ως αποδεκτής επιστημονικής διαδικασίας, αντίθετα στην Ανατολή το μέτρο διατήρησε τον ολιστικό του χαρακτήρα θεωρούμενο ως κατ’ ουσία κάτι το επίπλαστο, δημιουργημένο από τις ανάγκες του ανθρώπινου μυαλού και της κοινωνίας, έτσι ώστε ο άνθρωπος θα έπρεπε μέσω του διαλογισμού και άλλων διαισθητικών τεχνικών να έρθει σε επαφή με την παγκόσμια αρμονία και να βρεθεί σε μια ενότητα με την προγενέστερη κατάσταση του μέτρου, δηλαδή την ένωσή του με το ακαταμέτρητο.
Πώς μπορεί όμως ο σύγχρονος άνθρωπος να έρθει σε επαφή και να μετουσιώσει μέσα του αυτήν την πρωταρχική κατάσταση που υπάρχει πριν από το μέτρο και μέσω της οποίας το μέτρο θα παράγεται; Το σύνηθες λάθος που μπορεί κάποιος άνθρωπος να κάνει είναι να θεωρήσει ότι η δική του αίσθηση για το μέτρο είναι και η σωστή, η επιβεβλημένη, η αντικειμενική. Με αυτόν τον τρόπο όμως κάποιος πέφτει στην παγίδα να πιστέψει ότι τα δικά του δημιουργήματα της σκέψης και η ιδέα που έχει για τον κόσμο είναι και η αληθινή, η μόνη πραγματικότητα. Ακόμη κι αν κάποιος αναπαράγει μηχανικά και άκριτα κάποιες ιδέες σχετικά με το ακαταμέτρητο, το αέναο ή το άρρητο που προϋπάρχει της ανθρώπινης σκέψης, απλά εντάσσει το ακαταμέτρητο στα πλαίσια της δικής του αντίληψης για τον κόσμο με αποτέλεσμα αυτό που ο ίδιος ονομάζει και κατανοεί ως ακαταμέτρητο να είναι απλά ένα μετρήσιμο αποτέλεσμα της σκέψης του.
Χρειάζεται επομένως ο άνθρωπος να χρησιμοποιήσει κάθε πτυχή της δημιουργικής σκέψης και έμπνευσης έτσι ώστε χρησιμοποιώντας τόσο τις μεθόδους της σύγχρονης επιστήμης όσο και τεχνικές διαισθητικές, όπως η ενόραση και ο διαλογισμός, να φτάσει σε ένα επίπεδο σκέψης που το μέτρο και το μη μετρήσιμο θα είναι οι δύο συμπληρωματικές όψεις της πραγματικότητας δεμένες άρρηκτα τόσο μεταξύ τους όσο και με τον άνθρωπο σε μία κατάσταση συνολικής και αρμονικής κατανόησης και συμβίωσης του ανθρώπου με τον κόσμο.
Το μέτρο είναι στην ουσία ένας κανόνας σύμφωνα με τον οποίο συγκρίνουμε κάθε μας σκέψη και πράξη με ένα πρότυπο το οποίο, και θεωρούμε ως το μέτρο αναφοράς. Σε αυτήν τη διαδικασία ο λόγος (αναλογία) μας δίνει και μιαν αίσθηση του πόσο ‘απέχουμε’ από το αντίστοιχο μέτρο αναφοράς, έτσι ώστε ακόμη κι όταν λειτουργούμε ‘εκτός ορίων’, και πάλι το πόσο ‘έξω’ βρισκόμαστε από τα όρια καθορίζεται σε σχέση με το αντίστοιχο πρότυπο ή μέτρο αναφοράς.
Στο βιβλίο του (Wholeness and the Implicate Order) o Bohm ασχολείται τόσο με την έννοια του μέτρου, όσο και, ακόμη βαθύτερα, με το πώς αυτή η έννοια παράγεται. Στις πρώτες κοινωνίες το μέτρο είχε να κάνει με τη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και στη φύση και ήταν συνυφασμένο με την έννοια της αρμονίας τόσο στην τέχνη και στην επιστήμη όσο και στην καθημερινότητα. Κι ενώ στις Δυτικές κοινωνίες το μέτρο αποτέλεσε έναν τρόπο διαίρεσης και κατακερματισμού της πραγματικότητας μέσω του χωρισμού στα επιμέρους και της μέτρησης ως αποδεκτής επιστημονικής διαδικασίας, αντίθετα στην Ανατολή το μέτρο διατήρησε τον ολιστικό του χαρακτήρα θεωρούμενο ως κατ’ ουσία κάτι το επίπλαστο, δημιουργημένο από τις ανάγκες του ανθρώπινου μυαλού και της κοινωνίας, έτσι ώστε ο άνθρωπος θα έπρεπε μέσω του διαλογισμού και άλλων διαισθητικών τεχνικών να έρθει σε επαφή με την παγκόσμια αρμονία και να βρεθεί σε μια ενότητα με την προγενέστερη κατάσταση του μέτρου, δηλαδή την ένωσή του με το ακαταμέτρητο.
Πώς μπορεί όμως ο σύγχρονος άνθρωπος να έρθει σε επαφή και να μετουσιώσει μέσα του αυτήν την πρωταρχική κατάσταση που υπάρχει πριν από το μέτρο και μέσω της οποίας το μέτρο θα παράγεται; Το σύνηθες λάθος που μπορεί κάποιος άνθρωπος να κάνει είναι να θεωρήσει ότι η δική του αίσθηση για το μέτρο είναι και η σωστή, η επιβεβλημένη, η αντικειμενική. Με αυτόν τον τρόπο όμως κάποιος πέφτει στην παγίδα να πιστέψει ότι τα δικά του δημιουργήματα της σκέψης και η ιδέα που έχει για τον κόσμο είναι και η αληθινή, η μόνη πραγματικότητα. Ακόμη κι αν κάποιος αναπαράγει μηχανικά και άκριτα κάποιες ιδέες σχετικά με το ακαταμέτρητο, το αέναο ή το άρρητο που προϋπάρχει της ανθρώπινης σκέψης, απλά εντάσσει το ακαταμέτρητο στα πλαίσια της δικής του αντίληψης για τον κόσμο με αποτέλεσμα αυτό που ο ίδιος ονομάζει και κατανοεί ως ακαταμέτρητο να είναι απλά ένα μετρήσιμο αποτέλεσμα της σκέψης του.
Χρειάζεται επομένως ο άνθρωπος να χρησιμοποιήσει κάθε πτυχή της δημιουργικής σκέψης και έμπνευσης έτσι ώστε χρησιμοποιώντας τόσο τις μεθόδους της σύγχρονης επιστήμης όσο και τεχνικές διαισθητικές, όπως η ενόραση και ο διαλογισμός, να φτάσει σε ένα επίπεδο σκέψης που το μέτρο και το μη μετρήσιμο θα είναι οι δύο συμπληρωματικές όψεις της πραγματικότητας δεμένες άρρηκτα τόσο μεταξύ τους όσο και με τον άνθρωπο σε μία κατάσταση συνολικής και αρμονικής κατανόησης και συμβίωσης του ανθρώπου με τον κόσμο.
Περαιτέρω (Το κείμενο του Bohm):
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΛΟΤΗΤΑ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΛΟΤΗΤΑ