Δίσκος της Φαιστού
Η γραμμική Α εμφανίστηκε στην Κρήτη στο πρώτο μισό της δεύτερης χιλιετίας π.Χ., και αποτέλεσε συνέχεια της κρητικής ιερογλυφικής. Η γραμμική Β (ελληνική γραφή) χρησιμοποιεί πολλούς από τους χαρακτήρες της γραμμικής Α, αλλά με διαφορετικές, όπως φαίνεται, φωνητικές αξίες. Όταν επιχειρήθηκε να διαβαστεί η γραμμική Α με τις φωνητικές αξίες της γραμμικής Β, οι λέξεις που προέκυψαν δεν μπορούσαν να αντιστοιχηθούν με καμία γνωστή διάλεκτο. Από αυτό φαίνεται πως είτε η αρχαία μινωική διάλεκτος ήταν μια αυτόνομη γλώσσα (όχι ελληνική) ή (αν η φωνητικές αξίες της γραμμικής Α είναι διαφορετικές από εκείνες της γραμμικής Β) θα μπορούσε να πρόκειται για οποιαδήποτε γλώσσα.
Πιστεύω πως θα ήταν άδικο, παρότι ένας λαός μπορεί να διεκδικήσει μια άγνωστη γλώσσα ως δική του, να βιάσουμε μια ερμηνεία της γραμμικής Α σύμφωνα με την οποία η γραμμική Α θα ήταν ελληνικά. Ουσιαστικά, κανείς μέχρι σήμερα δεν έχει καταφέρει να αποκρυπτογραφήσει τη γραμμική Α με τέτοιον τρόπο ώστε να είναι αδιαφιλονίκητος. Έτσι κι αλλιώς, οι επιγραφές της γραμμικής Α είναι λίγες, πολύ λιγότερες από εκείνες της μυκηναϊκής γραμμικής Β, και δεν έχουν μέχρι στιγμής βρεθεί δίγλωσσες επιγραφές, επιγραφές δηλαδή στις οποίες η μία γλώσσα να αποδίδεται στη γραμμική Α και η άλλη σε μια γνωστή γλώσσα.
Όταν αντιμετωπίζουμε μια γραφή της οποίας δεν γνωρίζουμε τη φωνητική απόδοση των αντίστοιχων συμβόλων, τότε αυτό που κάνουμε είναι να αντιστοιχίσουμε φωνητικές αξίες στα σύμβολα ανάλογα με τη συχνότητα εμφάνισής τους. Για παράδειγμα, το πιο συχνά εμφανιζόμενο σύμβολο πολύ πιθανά να αντιστοιχεί στο ‘α.’ Μια από αυτές τις αναλύσεις ανήκει σε έναν Έλληνα πληροφορικό, τον Μηνά Τσικριτσή, του οποίου το βιβλίο είχα την καλή τύχη να διαβάσω και το θεωρώ έγκυρο και αξιόπιστο, όσο και διαφωτιστικό. [1] Από τη στατιστική ανάλυση που κάνει ο συγγραφέας και τον έλεγχο των συμπερασμάτων του συγκρίνοντάς τα με την ελληνική γλώσσα και τη γραμμική γραφή Β, θεωρεί πως πρόκειται για μια πρώιμη αιολική διάλεκτο:
‘‘Από την προτεινόμενη ανάγνωση της συλλαβικής μινωικής γραφής προκύπτει ότι η γλώσσα που αποδίδεται έχει, κυρίως, χαρακτηριστικά μιας προ-αιολικής διαλέκτου, καθώς και ασυναίρετους τύπους μιας, θα μπορούσαμε να πούμε, προ-ιωνικής διαλέκτου, οι οποίοι οφείλονται, πιθανότατα, στις διαρκείς αλληλεπιδράσεις των φυλών που μιλούσαν ένα ελληνο-πελασγικό γλωσσικό ιδίωμα. Το γλωσσικό δεδομένο των κοινών λέξεων και των τοπωνυμίων με θέμα που λήγει σε -νθ ή -σσ ή -ττ (Κόρινθος, Παρνασσός, Απύρανθος κ.α), σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές όπου κατοικούσαν ελληνικά φύλα, οδηγεί στο πολύ πιθανό συμπέρασμα ότι οι παραπάνω φυλές χρησιμοποιούσαν την ίδια γλώσσα, χωρισμένη σε διάφορες διαλέκτους, που ωστόσο δεν εμπόδιζαν τη μια περιοχή να κατανοεί εύκολα τη διάλεκτο της άλλης.’’
Σε ό,τι αφορά τα θέματα –ινθ, -ισσ ή –ττ (Τίρυνθα, Λάρισσα, κλπ), πρόκειται για θέματα διασκορπισμένα σε όλη την περιοχή της μικρής Ασίας. Ενδεικτικά, η καταγεγραμμένη (παρότι δεν μιλιέται πλέον) γλώσσα των Χεττιτών (2η χιλιετία π.Χ.) έχει τοπωνύμια που λήγουν σε –wanda (Milawanda> Μίλητος). Επομένως οι προαναφερθείσες καταλήξεις πιθανότερα χαρακτηρίζουν ένα ευρύτερο ισόγλωσσο (παρεμφερείς οικογένειες γλωσσών) παρά ένα πρωτο-αιολικό μοναδικό χαρακτηριστικό.
Το ότι τα μινωικά ήταν ελληνικά, είναι μια πιθανότητα ανάμεσα σε άλλες που έχουν προτείνει τα αιγυπτιακά, τα λουβιτικά, τα φοινικά, τα χετιτικά, ή κάποια άλλη ανατόλια διάλεκτο. Ενδεικτικά, ο Όμηρος αναφέρει για την κρήτη μια γλώσσα ανάμικτη και αρκετές φυλές μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν Ετεοκρήτες, Αχαιοί, Κύδωνες Δωριείς, και Πελασγοί. Πάντως, όπως μια πρόσφατη έρευνα από το Αριστοτέλειο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης δείχνει, οι Μινωίτες κατά πάσα πιθανότητα ήταν Ανατόλιοι, οι οποίοι πέρασαν στην Κρήτη κατευθείαν από τη Μικρή Ασία:
‘‘Τα αποτελέσματα της ανάλυσης του DNA του χρωμοσώματος Υ του πληθυσμού της Κρήτης έδειξαν ότι κατατάσσεται μαζί με τους πληθυσμούς από την Ανατολία, ενώ τα δείγματα από τις περιοχές της Ηπειρωτικής Ελλάδας κατατάσσονται μαζί με Βαλκανικούς πληθυσμούς. Κατά συνέπεια, τα γενετικά αποτελέσματα φαίνεται πως υποστηρίζουν τη θεωρία ότι Νεολιθικοί κάτοικοι της Κρήτης προήλθαν από την Ανατολία. Βέβαια, μελέτες μας με άλλους γενετικούς δείκτες απέδειξαν ότι οι νεολιθικοί άνθρωποι ήρθαν και στην Ηπειρωτική Ελλάδα από την Ανατολία.’’ [2]
Η προηγούμενη έρευνα διευκρινίζει μάλιστα ότι οι Μινωίτες, όπως και Έλληνες έκαναν το ταξίδι τους από τη Μικρή Ασία δια θαλάσσης. Αυτό βέβαια, σε ό,τι αφορά τη γλώσσα της γραμμικής Α, δεν αποκαλύπτει την γλώσσα των Μινωιτών. Σε ποια από τις Ανατόλιες διαλέκτους (συμπεριλαμβανομένης και της πρωτο-Ελληνικής) θα πρέπει να την κατατάξουμε; Όπως και να έχει, το οπλοστάσιο που έχουμε στη διάθεσή μας είναι προς το παρόν πενιχρό, αφού όπως ήδη αναφέραμε οι επιγραφές είναι λίγες σχετικά (πολύ λιγότερες από εκείνες της γραμμικής Β) και αν τα μινωικά ήταν μια αυτόνομη γλώσσα τότε δεν θα μπορέσουμε να επαληθεύσουμε την όποια ερμηνεία. Παρόλα αυτά ο συγγραφέας Μηνάς Τσικριτσής προχωρεί σε μια αξιόλογη στατιστική ανάλυση, της οποίας δύο συγκεντρωτικούς πίνακες παρουσιάζω παρακάτω:
Συχνότητες συλλαβών γραμμικής Β
Συχνότητες συλλαβών γραμμικής Α
Από την παραπάνω στατιστική ανάλυση του συγγραφέα, δεχόμενοι ότι η φωνητική αξία των συμβόλων της γραμμικής Α είναι σωστή, μπορούμε να κάνουμε την εξής σημαντική διαπίστωση: ενώ στην γραμμική Β, η οποία είναι ελληνικά, η κατάληξη jo (-ος) είναι η συνηθέστερη με συχνότητα εμφάνισης 14,54% (πρώτος πίνακας, τελευταία στήλη), κάτι αναμενόμενο για την ελληνική γλώσσα, αντίθετα στην περίπτωση της γραμμικής Α (δεύτερος πίνακας) η ίδια κατάληξη είναι σπάνια, πράγμα που δείχνει ότι η μινωική γλώσσα δεν είχε την ελληνικότερη των καταλήξεων. Αντί αυτής της κατάληξης, η συνηθέστερη κατάληξη είναι σε na (δεύτερος πίνακας, τελευταία στήλη). Τώρα, αυτή η κατάληξη θυμίζει χαρακτηριστικά τοπωνύμια που είναι διάσπαρτα σε όλη την Ανατολία, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, όπως, Λάρυμνα, Μήθυμνα, κοκ. Θα μπορούσε αυτή η ονοματοποιία να είναι γνώρισμα μιας πρώιμης αιολικής διαλέκτου; Δεν αποκλείεται, αν και η συνδετική γραμμή δεν είναι προς το παρόν σαφής. Επίσης, στη γραμμική Α η δεύτερη σε συχνότητα κατάληξη είναι σε ti, πράγμα που και πάλι μας ξενίζει. Γιατί σε αυτήν την περίπτωση ούτε καν που υπάρχουν τοπωνύμια ή κύρια ονόματα που να έρχονται έτοιμα στο μυαλό.
Μια λέξη πάντως η οποία εμφανίζεται στο τέλος επιγραφών της γραμμικής Α και που θα μπορούσε να δηλώνει το σύνολο, αν αποδώσουμε την ίδια φωνητική αξία στα σύμβολα της γραμμικής Α με εκείνη της γραμμικής Β, είναι η λέξη ku-ro. Πρόκειται για την πιο αναγνωρίσιμη ίσως λέξη της γραμμικής Α, και μπορεί να ερμηνευτεί με τρόπο που να υποστηριχθεί η ελληνικότητα της γραφής. Μια προτεινόμενη απόδοση είναι ‘ούλο’ ή ‘χούλο,’ δηλαδή η λέξη ‘όλο’ με μια βαρύτερη προφορά. Στην πραγματικότητα, ακόμη και σήμερα στην Κρήτη, και πιθανώς και αλλού στη Ελλάδα, κάποιος μπορεί να πει ‘ούλο’ αντί για ‘όλο.’ Το πρόβλημα βέβαια δεν είναι τόσο αν η συγκεκριμένη λέξη είναι ελληνικά (πράγματι είναι) όσο αν τα σύμβολα έχουν τη φωνητική αξία που τους αποδώσαμε.
Κατ’ ουσία, αν αποδώσουμε στα σύμβολα της γραμμικής Α τις φωνητικές αξίες της γραμμικής Β, οι κοινές λέξεις που αναγνωρίζονται είναι ελάχιστες, όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα από το βιβλίο του συγγραφέα:
Ο ίδιος ο συγγραφέας ερμηνεύει αυτήν την ‘σύμπτωση’ ως εξής:
‘‘Θεωρείται, κατά συνέπεια, πολύ πιθανόν πρώτον να έχουν αποδοθεί σωστά οι συλλαβικές αξίες στα συλλαβογράμματα των παραπάνω λέξεων- τοπωνυμίων της γραμμικής Α και δεύτερον η γραμμική Α να είναι μια γραφή ελληνική.
Εξάλλου, όταν συσχετίστηκαν, δοκιμαστικά, οι παραπάνω συλλαβικές αξίες με εκείνες που είχαν προκύψει από τη στατιστική επεξεργασία των δειγμάτων της γραμμικής Α και Β, διαπιστώθηκε ότι ο πίνακας που είχε συνταχθεί με τις συλλαβικές αξίες της γραμμικής Α λειτουργούσε καλά. Όταν, δε, στη συνέχεια, στο συγκεκριμένο πίνακα αξιών αντικαταστάθηκαν τα συλλαβογράμματα της γραμμικής Α, στα οποία είχαν αποδοθεί συλλαβικές αξίες με τα κριτήρια που αναφέρθηκαν παραπάνω, διαπιστώθηκε ότι τα κείμενα άρχισαν να διαβάζονται και να είναι κατανοητά…
Βέβαια, όπως είναι φυσικό, συμβαίνει και σε άλλες αποκρυπτογραφήσεις, δεν διαβάζονται όλες οι συλλαβές και οι λέξεις της γραμμικής Α. Το σημαντικό, όμως, είναι ότι με τη μέθοδο που εφαρμόστηκε, η γραμμική Α μεταπίπτει, από την τρίτη περίπτωση που ανήκε (άγνωστη γραφή - άγνωστη γλώσσα), στη δεύτερη (άγνωστη γραφή - γνωστή γλώσσα). Υπάρχουν, επομένως, πλέον, πολλές πιθανότητες να προχωρήσει η αποκρυπτογράφηση της και να δειχθεί ότι σχετίζεται, όπως πιστεύουμε, σε μεγάλο βαθμό, με μια πρώιμη αιολική διάλεκτο με αρκετούς αρχαϊσμούς.’’
Η ύπαρξη κοινών λέξεων στη γραμμική Α και στη γραμμική Β είναι προφανώς δελεαστική να υποθέσουμε την ελληνικότητα της γραμμικής Α. Για παράδειγμα, η 5η και 6η λέξεις του παραπάνω πίνακα διαβάζονται αντίστοιχα ‘Φαιστός’ και ‘Σύγριτα.’ Και πάλι όμως, η ύπαρξη κοινών λέξεων σημαίνει ότι οι δύο γλώσσες χρησιμοποίησαν κοινά σύμβολα. Ακόμη δε κι αν πρόκειται πράγματι για τις ίδιες λέξεις, αυτό δε σημαίνει ότι είχαν την ίδια φωνητική απόδοση. Εξάλλου, για να είμαστε σίγουροι πέρα κάθε αμφιβολίας ότι η γραμμική Α είναι μια πρωτο-ελληνική διάλεκτος θα πρέπει να αναγνωριστούν φράσεις και καταλήξεις που να θυμίζουν τη μορφολογία της ελληνικής γλώσσας, γιατί, όπως είδαμε στους προηγούμενους στατιστικούς πίνακες η κατάληξη –jo (ος) απουσιάζει από τη γραμμική Α, επομένως και η ανάγνωση ‘Φαιστός’ μια λέξης είναι η ελληνική φωνητική αξία της και όχι απαραίτητα αυτή που της απέδιδαν οι Μινωίτες.
Ο Μινωικός πολιτισμός ήταν ένας Ανατόλιος πολιτισμός, όπως είναι και ο Ελληνικός. Όπως δείχνουν τα πρόσφατα στοιχεία, και οι δύο πέρασαν δια θαλάσσης από την Μικρή Ασία προς την Κρήτη και την ηπειρωτική Ελλάδα αντίστοιχα. Η γεωγραφική και χρονική διαφορά αυτών των δύο ομάδων δεν είναι γνωστή. Το γεγονός πάντως ότι η φωνητική αξία της γραμμικής Β δεν αντιστοιχεί ευθέως σε εκείνη της γραμμικής Α δείχνει ότι οι δυο γραφές εξέφρασαν διαφορετικές γλώσσες. Από την άλλη μεριά, το γεγονός ότι η γραμμική Α δεν συνεχίζεται μετά τη γραμμική Β υποδεικνύει είτε μια συνέχεια είτε πλήρη γλωσσική αντικατάσταση. Θα τολμούσα να προτείνω το δεύτερο: Η γλωσσική ιστορία της Κρήτης είναι παρόμοια και παράλληλη με εκείνη της Κύπρου. Στην πραγματικότητα η γραμμική Α μεταφέρθηκε στην Κύπρο, όπου και απετέλεσε την Κυπρο-Μινωική γραμμική Γ, η οποία επιβίωσε μέχρι το τέλος της 1ης χιλιετίας π.Χ, και αντικαταστάθηκε κατευθείαν από το Ελληνικό αλφάβητο. Αυτός ο παραλληλισμός δείχνει πως τα Ελληνικά μιλήθηκαν αργότερα στην Κρήτη, όπως και στην Κύπρο. Αυτό όμως δεν αποκλείει μια συγγένεια μεταξύ των δύο γλωσσών της γραμμικής Α και Β (άρα και της Γ). Θα πρόκειται όμως για μια συγγένεια που μας πηγαίνει στο προϊστορικό Ανατόλιο ισόγλωσσο, παρά σε μια άμεση σύνδεση ή ταύτιση με κάποια υπάρχουσα γλώσσα ή με τα ελληνικά.
==========================
[1] Μηνάς Τσικριτσής, Γραμμική Α Συμβολή στην κατανόηση μιας αιγαιακής γραφής, Βικελαία δημοτική βιβλιοθήκη, Ηράκλειο, 2001, ISBN 960-7970-06-3