“Θα έλεγα πως στο επιστημονικό και φιλοσοφικό μου έργο, η κύριά μου ανησυχία ήταν η κατανόηση γενικότερα της πραγματικότητας και ειδικότερα της συνείδησης ως μία αδιαίρετη ολότητα, που δεν είναι ποτέ στατική ή πλήρης αλλά πρόκειται για μία χωρίς τέλος διαδικασία κίνησης και ξετυλίγματος...”
David Bohm, Wholeness and the Implicate Order
Είναι το σύμπαν ένα ολόγραμμα, ή ο άνθρωπος το βλέπει. Και ποια η διαφορά; Είναι ο κόσμος κάτι περισσότερο από αυτό που εμείς αντιλαμβανόμαστε για τον κόσμο, και έχει νόημα μια τέτοια ερώτηση; Γιατί να στροβιλίζεται αυτή η αγωνία μες στο μυαλό και τις ψυχές μας αν δεν είχε νόημα; Τι υπάρχει πέρα από τα πράγματα που άμεσα αντιλαμβανόμαστε και πώς μπορούμε να το προσεγγίσουμε; Τι είναι τελικά αυτό που ονομάζουμε ζωή (ή θάνατο) και από πού και πότε απορρέει αυτό που ονομάζουμε νοημοσύνη (και γνώση κατά συνέπεια).
Το 1982 ένα αξιοσημείωτο γεγονός έλαβε χώρα. Στο πανεπιστήμιο του Παρισιού μια ερευνητική ομάδα υπό την καθοδήγηση του φυσικού Alain Aspect ανακάλυψε αυτό που μπορεί να αποδειχθεί ένα από τα σημαντικότερα πειράματα του 20ού αιώνα. Ο Aspect και η ομάδα του ανακάλυψαν ότι υπό ορισμένες συνθήκες τα υποατομικά σωματίδια είναι σε θέση να επικοινωνήσουν ακαριαία το ένα με το άλλο ανεξάρτητα από την απόσταση μεταξύ τους. Δεν πειράζει εάν είναι 10 μέτρα ή 10 δισεκατομμύρια μίλια χώρια. Κάπως κάθε σωματίδιο φαίνεται
πάντα να ξέρει τι κάνει το άλλο. Το φαινόμενο ονομάστηκε κβαντική σύζευξη (quantum entanglement).
Ο David Bohm ήταν ένας από τους πρωτοπόρους στην ερμηνεία του φαινομένου της κβαντικής σύζευξης. Θεώρησε πως ο λόγος που τα υποατομικά μόρια είναι σε θέση να παραμείνουν σε επαφή το ένα με το άλλο ανεξάρτητα από την απόσταση που τα χωρίζει δεν είναι επειδή ανταλλάσσουν κάποιο είδος μυστήριου σήματος, αλλά επειδή η απόστασή τους είναι μια ψευδαίσθηση. Υποστηρίζει ότι σε κάποιο βαθύτερο επίπεδο πραγματικότητας τα σωματίδια, όπως και τα μακροσκοπικά αντικείμενα του καθημερινού κόσμου, δεν είναι μεμονωμένες οντότητες αλλά είναι πραγματικά επεκτάσεις του ίδιου θεμελιώδους ‘Κάτι’.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα την ιδέα του Bohm, ο ίδιος προσφέρει το ακόλουθο παράδειγμα. Φανταστείτε ένα ενυδρείο που περιέχει ένα ψάρι. Φανταστείτε επίσης ότι δεν μπορείτε να δείτε το ενυδρείο άμεσα και η γνώση σας για το τι περιέχει προέρχεται από δύο τηλεοπτικές κάμερες, μια που βρίσκεται μπροστά στο ενυδρείο ενώ η άλλη βρίσκεται στην πλευρά του. Αν εσείς κοιτάζετε τις δύο οθόνες των καμερών σε κάποιο άλλο δωμάτιο, θα υποθέσετε ότι πρόκειται για δύο διαφορετικά ψάρια. Καθώς όμως θα συνεχίσετε να παρατηρείτε αυτά τα ‘δύο’ ψάρια, θα διαπιστώσετε τελικά ότι υπάρχει μια ορισμένη σχέση μεταξύ τους. Όταν το ένα γυρίζει, τότε και το άλλο γυρίζει, κάνοντας μια ελαφρώς διαφορετική αλλά αντίστοιχη στροφή. Εάν δεν ενημερωθείτε για την πλήρη κατάσταση, θα καταλήξετε στο συμπέρασμα ότι τα ψάρια πρέπει να αλληλεπιδρούν ακαριαία το ένα με το άλλο. Αυτό, όπως λέει Bohm, είναι ακριβώς που συμβαίνει μεταξύ των σωματιδίων στο πείραμα κβαντικής σύζευξης του Aspect.
Σύμφωνα με τον Bohm, η προφανής σύνδεση μεταξύ των σωματιδίων και όλων των πραγμάτων του κόσμου, υπονοεί ένα βαθύτερο επίπεδο πραγματικότητας για το οποίο δεν έχουμε άμεση γνώση, και στο οποίο όλα τα πράγματα δεν είναι χωριστά μέρη, αλλά απόψεις μιας βαθύτερης και ελλοχεύουσας ενότητας (implicate order ο όρος του Bohm). Και δεδομένου ότι όλα τα πράγματα στο φυσικό κόσμο αποτελούνται από αυτά τα ‘ειδωλόνια’ (eidolons), ο κόσμος ο ίδιος είναι μια προβολή, ένα ολόγραμμα.
O Bohm, δεν ήταν ο μόνος ερευνητής που βρήκε στοιχεία ότι ο κόσμος είναι ένα ολόγραμμα. Εργαζόμενος ανεξάρτητα στον τομέα της έρευνας του εγκεφάλου ο Karl Pribram έχει επίσης πειστεί για την ολογραφική φύση της πραγματικότητας. Ο Pribram απασχολήθηκε με το πώς και πού η μνήμη αποθηκεύεται στον εγκέφαλο. Για δεκαετίες οι πολυάριθμες μελέτες έχουν δείξει ότι αντίθετα με το να είναι περιορισμένη σε μια συγκεκριμένη θέση, η μνήμη βρίσκεται διασκορπισμένη σε όλο τον εγκέφαλο. Σε μία σειρά πειραμάτων, ορόσημων στη δεκαετία του ‘20, ο Karl Lashley βρήκε πως όσο μεγάλο τμήμα από τον εγκέφαλο ενός ποντικιού κι αν αφαιρούσε, δεν μπορούσε να ξεριζώσει τη μνήμη του για το πώς να εκτελεστούν σύνθετες λειτουργίες, που το ποντίκι είχε μάθει πριν από τη χειρουργική επέμβαση. Το μόνο πρόβλημα ήταν ότι κανένας δεν μπορούσε να βρει έναν μηχανισμό που να εξηγεί αυτό το περίεργο φαινόμενο. Κατόπιν, στη δεκαετία του ‘60 Pribram χρησιμοποίησε την έννοια της ολογραφίας και συνειδητοποίησε ότι είχε βρει αυτό που οι νευροφυσιολόγοι έψαχναν. Ο Pribram θεώρησε ότι οι μνήμες κωδικοποιούνται όχι στους νευρώνες, ή τους μικρούς σχηματισμούς ομάδων νευρώνων, αλλά στους σχηματισμούς των νευρικών παλμών που διαπερνούν ολόκληρο τον εγκέφαλο, με τον ίδιο τρόπο που τα σχέδια συμβολής μιας ακτίνας λέιζερ σαρώνουν ολόκληρο το τμήμα της ταινίας που περιέχει μια ολογραφική εικόνα. Με άλλα λόγια, ο Pribram θεώρησε ότι ο εγκέφαλος είναι ο ίδιος ένα ολόγραμμα. Έτσι, ο Pribram εξήγησε επίσης πώς ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί να αποθηκεύσει τόσες πολλές μνήμες σε τόσο μικρή περιοχή. Έχει υπολογιστεί ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει την ικανότητα να απομνημονεύσει 10 δισεκατομμύρια bits πληροφοριών κατά τη διάρκεια της μέσης ανθρώπινης διάρκειας ζωής (ή, κατά προσέγγιση, την ίδια ποσότητα πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε πέντε τόμους της εγκυκλοπαίδειας Britannica).
Ομοίως έχει ανακαλυφθεί ότι, εκτός από τις άλλες ικανότητές τους, τα ολογράμματα μπορούν, απλά με την αλλαγή της γωνίας στην οποία τα δύο λέιζερ ‘χτυπούν’ ένα κομμάτι της φωτογραφικής ταινίας, να καταγράφουν πολλές διαφορετικές εικόνες στην ίδια επιφάνεια. Έχει δειχθεί ότι ένα κυβικό εκατοστόμετρο μιας ολογραφικής ταινίας μπορεί να περιέχει τουλάχιστον 10 δισεκατομμύρια bits πληροφοριών. Η αποθήκευση της μνήμης δεν είναι ο μόνος γρίφος που γίνεται κατανοητός λαμβάνοντας υπόψη την ολογραφική αρχή του εγκεφάλου. Άλλος ένας είναι πώς ο εγκέφαλος είναι σε θέση να μεταφράσει τη χιονοστιβάδα συχνοτήτων που λαμβάνει μέσω των αισθήσεων. Η κωδικοποίηση και η αποκωδικοποίηση συχνοτήτων είναι ακριβώς ό,τι ένα ολόγραμμα κάνει καλύτερα. Ακριβώς όπως ένα ολόγραμμα λειτουργεί σαν μια συσκευή ικανή να μετατρέψει ένα χωρίς νόημα συνονθύλευμα συχνοτήτων σε μια συνεπή εικόνα, ο Pribram θεωρεί πως ο εγκέφαλος περιέχει επίσης έναν φακό που χρησιμοποιεί τις ολογραφικές αρχές για να μετατρέψει με μαθηματικό τρόπο τις συχνότητες που λαμβάνει μέσω των αισθήσεων στον εσωτερικό κόσμο των αντιλήψεών μας.
Ένα εντυπωσιακό σώμα στοιχείων προτείνει ότι ο εγκέφαλος χρησιμοποιεί τις ολογραφικές αρχές για να εκτελέσει τις διαδικασίες του. Ο Hugo Zucarelli επέκτεινε πρόσφατα το ολογραφικό παράδειγμα στον κόσμο των ακουστικών φαινομένων. Παρακινούμενος από το γεγονός ότι οι άνθρωποι μπορούν να εντοπίσουν την πηγή των ήχων χωρίς κίνηση των κεφαλιών τους, ακόμα κι αν ακούνε μόνο από το ένα αυτί, ο Zucarelli ανακάλυψε ότι οι ολογραφικές αρχές μπορούν να εξηγήσουν αυτήν την δυνατότητα. Επίσης έχει διαπιστωθεί ότι κάθε μια από τις αισθήσεις μας είναι ευαίσθητη σε ένα πολύ ευρύτερο φάσμα συχνοτήτων από ό,τι υποψιαζόμασταν προηγουμένως. Οι ερευνητές έχουν ανακαλύψει, για παράδειγμα, ότι τα οπτικά συστήματά μας είναι ευαίσθητα σε συχνότητες ήχων, ότι η όσφρησή μας είναι ευαίσθητη σε αυτό που αποκαλείται οσφρητικές συχνότητες (osmic frequencies), καθώς ότι ακόμη και τα κύτταρα στον οργανισμό μας είναι ευαίσθητα σε ένα ευρύ φάσμα συχνοτήτων.
Αυτή η εντυπωσιακή νέα εικόνα της πραγματικότητας, η σύνθεση Bohm και Pribram, η οποία έχει ονομαστεί το ολογραφικό παράδειγμα (holographic paradigm), έχει βρει τους ένθερμους υποστηρικτές της, αν και πολλοί επιστήμονες την αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό. Μια μικρή αλλά αυξανόμενη ομάδα ερευνητών θεωρεί ότι μπορεί να είναι το ακριβέστερο πρότυπο της πραγματικότητας που η επιστήμη έχει φθάσει ως σήμερα. Περισσότερο από αυτούς, μερικοί θεωρούν ότι η ολογραφική αρχή μπορεί να λύσει μυστήρια ανεξήγητα από την επιστήμη, εντάσσοντας ακόμη και το παραφυσικό ως κομμάτι της φύσης, μέσα στα πλαίσια της ολογραφικής αρχής. Πολλά παραψυχολογικά φαινόμενα γίνονται πιο κατανοητά από την άποψη του ολογραφικού παραδείγματος. Σε έναν κόσμο στον οποίο οι μεμονωμένοι εγκέφαλοι είναι πραγματικά αδιαίρετες μονάδες του μεγαλύτερου ολογράμματος και όλοι διασυνδέονται με όλους απείρως, η τηλεπάθεια μπορεί να είναι η πρόσβαση στο ολογραφικό επίπεδο. Επίσης, ο Stanislav Grof θεωρεί πως το ολογραφικό παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει ένα πρότυπο για την κατανόηση πολλών από τα φαινόμενα της λεγόμενης ‘αλλαγής κατάστασης συνείδησης.’ Ο ίδιος είχε επίσης ασθενείς που εμφανίστηκαν να περνούν σε κάποιο είδος συλλογικού ή φυλετικού ασυνείδητου. Άτομα με ελάχιστη ή καμία γνώση έδωσαν ξαφνικά λεπτομερείς περιγραφές επικήδειων πρακτικών του Ζωροαστρισμού και σκηνών από την Ινδική μυθολογία. Σε άλλες περιπτώσεις, υπήρξαν πειστικές περιγραφές ταξιδιών έξω από το σώμα, διόρασης του μέλλοντος, και αναδρομών σε προηγούμενες ζωές. Οι συσχετισμοί βέβαια με τον Jung, το συλλογικό ασυνείδητο, και τη συγχρονικότητα, είναι ολοφάνεροι. Στο βιβλίο του δε ‘Δώρα των άγνωστων πραγμάτων’ ο βιολόγος Lyall Watson περιγράφει την εμπειρία του με μια Ινδονήσια γυναίκα σαμάνο, που με την εκτέλεση ενός τελετουργικού χορού ήταν σε θέση να κάνει ένα ολόκληρο άλσος δέντρων να εξαφανιστεί μέσα σ’ ένα σύννεφο λεπτού αέρα. Ο Watson, καθώς και ένας άλλος έκπληκτος θεατής που παρευρισκόταν, συνέχισαν να προσέχουν τη γυναίκα, η οποία ύστερα έκανε δέντρα να επανεμφανιστούν και να εξαφανιστούν αρκετές φορές διαδοχικά.
Αν και η τρέχουσα επιστημονική κατανόηση δεν μπορεί να ερμηνεύει τέτοια γεγονότα, δοκιμάζει την υποψία πως αυτό που αποκαλούμε ‘σκληρή πραγματικότητα’ είναι μόνο μια ολογραφική προβολή. Ίσως συμφωνούμε σχετικά με αυτό που είναι ‘εκεί’ ή ‘όχι εκεί’ επειδή αυτό που καλούμε πραγματικότητα προκύπτει από μία συναίνεση που ‘προπαρασκευάζεται’ στο επίπεδο του ανθρώπινου συλλογικού ασυνείδητου, όπου όλα τα μυαλά διασυνδέονται επ’ άπειρο. Εάν αυτό ισχύει, τότε πρόκειται για τη βαθύτερη επίπτωση του ολογραφικού παραδείγματος σχετικά με το τι σημαίνει μια εμπειρία, όπως αυτή του Watson, και πώς την αντιμετωπίζουμε ή την αρνούμαστε επειδή δεν έχουμε ‘προγραμματίσει’ τα μυαλά μας με τις πεποιθήσεις που θα την έκαναν πιστευτή. Σε έναν ολογραφικό κόσμο, δεν υπάρχει κανένα όριο, στο βαθμό που μπορούμε να αλλάξουμε την υφή της πραγματικότητας.
Τίποτα δεν είναι αδύνατο, αφού και οι θεμελιώδεις έννοιές μας για την πραγματικότητα γίνονται ύποπτες, μέσα σε έναν ολογραφικό κόσμο, δεδομένου ότι ακόμη και τα τυχαία γεγονότα θα έπρεπε να τα δούμε σύμφωνα με την ολογραφική αρχή και επομένως ‘προκαθορισμένα.’ Οι συγχρονικότητες ή φαινομενικές συμπτώσεις έχουν ξαφνικά νόημα, γιατί ακόμη και τα πιο τυχαία γεγονότα θα εξέφραζαν κάποια ελλοχεύουσα συμμετρία. Και αν ακόμα διαπιστώνεται ότι το ολογραφικό παράδειγμα δεν παρέχει την καλύτερη εξήγηση για την ακαριαία επικοινωνία μεταξύ των υποατομικών σωματιδίων, δείχνει τουλάχιστον ότι θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να επανεξετάσουμε ριζικά τις απόψεις μας για την πραγματικότητα. Γιατί αν η ‘συμπαγότητα’ του κόσμου είναι μόνο μια δευτερεύουσα πραγματικότητα, και το τι είναι ‘εκεί’ είναι τελικά μια ‘ολογραφική θαμπάδα συχνοτήτων,’ και αν ο εγκέφαλος είναι επίσης ένα ολόγραμμα επιλέγοντας μόνο μερικές από τις συχνότητες από αυτήν τη ‘θαμπάδα’ και τις μετασχηματίζει μέσα από τις αισθητήριες αντιλήψεις, τότε τι γίνεται άραγε με την ‘αντικειμενική πραγματικότητα;’ Τιθέμενο απλά, παύει να υπάρχει. Δεδομένου δε ότι οι θρησκείες της Ανατολής έχουν υποστηρίξει από καιρό ότι ο υλικός κόσμος είναι ‘Maya,’ δηλαδή μια παραίσθηση, ακόμη κι αν μπορούμε να σκεφτούμε ότι είμαστε φυσικά όντα που κινούνται μέσα σε έναν φυσικό κόσμο, αυτό επίσης είναι μια παραίσθηση. Ίσως τελικά είμαστε ‘δέκτες’ που επιπλέουμε μέσα σε μία καλειδοσκοπική θάλασσα συχνοτήτων και ό,τι εξάγουμε από αυτήν τη θάλασσα και το μεταμορφώνουμε ριζικά στη φυσική πραγματικότητα είναι μόνο ένα κανάλι από όλες τις δυνατές διαδρομές που υπάρχουν μέσα στο Ολόγραμμα.
---------------------------------------------