8 Δεκ 2012

Ο Ελλαδικός Ουρανοπίθηκος πιθανός πρόγονος των Αφρικανικών πιθήκων και των ανθρώπων

Ouranopithecus Macedoniensis

"Μόνο πέντε γένη πιθήκων υπάρχουν σήμερα, και περιορίζονται σε μερικές περιοχές της Αφρικής και της Νοτιοανατολικής Ασίας. Αντίθετα, πριν από 22- 5.5 εκατομμύρια χρόνια δεκάδες είδη πιθήκων ζούσαν σε όλον τον Παλιό Κόσμο. Οι επιστήμονες εδώ και καιρό υπέθεταν ότι οι πρόγονοι των σύγχρονων Αφρικανικών πιθήκων και των ανθρώπων εξελίχθηκαν μόνο στην Αφρική. Αλλά ένα διευρυνόμενο σώμα στοιχείων δείχνει ότι παρότι η Αφρική έδωσε τους πρώτους πιθήκους, η Ευρασία ήταν η γενέτειρα των μεγάλων πιθήκων και του ανθρώπινου κλάδου. Το αρχείο απολιθωμάτων υποδεικνύει ότι οι τωρινοί μεγάλοι πίθηκοι και οι άνθρωποι κατάγονται από δύο αρχαίες Ευρασιατικές σειρές πρωτευόντων: η μία αντιπροσωπεύεται από το Σιβαπίθηκο (Sivapithecus) από την Ασία (ο πιθανός πρόγονος του σύγχρονου ουρακοτάγκου) και η άλλη από το Δρυοπίθηκο (Drypithecus) από την Ευρώπη (ο πιθανός πρόγονος των Αφρικανικών πιθήκων και των ανθρώπων)."


Australopithecus africanus

Πρόσφατα βρήκα στο διαδίκτυο ένα κείμενο του καθηγητή ανθρωπολογίας στο πανεπιστήμιο του Toronto, David Begun, το οποίο προσφέρει έναν χαμένο κρίκο στην εξέλιξη του ανθρώπου.

Ο σύγχρονος άνθρωπος εξελίχτηκε στην Αφρική, πριν από περίπου 2-2.5 εκατομμύρια χρόνια, όταν εμφανίζεται στην Ανατολική Αφρική ο Homo habilis και σύντομα αργότερα στην ίδια περιοχή ο Homo erectus. Ακόμα πιο πίσω στο χρόνο, προηγούνται οι λεγόμενοι Αυστραλοπίθηκοι (Australis= Νότιος), 2- 4 εκατομμύρια χρόνια πριν, και ακόμη πιο πριν δυο-τρία απομεινάρια κάποιων μεταβατικών ανθρωπιδών, όπως ο Αρδιπίθηκος (Ardipithecus ramidus), 5 εκατομμύρια χρόνια πριν, και ο Ορόριν (Orrorin tugenensis), 6 εκατομμύρια χρόνια πριν. Έχει ακόμα βρεθεί στην Αφρική ο Σαχελάνθρωπος (Sahelanthropous tchadensis), πριν από 7 εκατομμύρια χρόνια, αν και κάποιοι πρόσφατα τον έχουν αποκλείσει από πρόγονο του ανθρώπου. Αυτά τα είδη ωστόσο ήταν ενδιάμεσα ανάμεσα στο άνθρωπο και στον πίθηκο, ενώ κάποιο από αυτά εξελίχθηκε στο σύγχρονο άνθρωπο, ενώ κάποια άλλα εξελίχθηκαν στους σύγχρονους μεγάλους πιθήκους, όπως λέγονται, δηλαδή στους χιμπατζήδες, στους γορίλες και στους ουρακοτάγκους.


Χάρτης της Μειόκαινης περιόδου (22-5Mya)

Εντούτοις, ακόμα πιο πριν υπάρχει ένα κενό στα απολιθώματα για την προγενέστερη περίοδο από αυτήν την περιοχή της Ανατολικής Αφρικής, οπότε πηγαίνουμε στην Ευρασία για να βρούμε εκεί τους λεγόμενους Δρυοπίθηκους. Οι πρώτοι Δρυοπίθηκοι βέβαια κατάγονται από την Αφρική, αφού έχουν εκεί βρεθεί απολιθώματά τους που πηγαίνουν πίσω ακόμη και 20-25 εκατομμύρια χρόνια. Αλλά πριν από περίπου 13-10 εκατομμύρια χρόνια την σκυτάλη παίρνουν οι Ευρασιάτες πριμάτοι (primates), πίθηκοι δηλαδή, όπου ένα ή περισσότερα είδη τους θα εξελιχθούν στους ανθρώπους. Σε αυτήν τη διαδρομή η χώρα μας έχει το εξέχον μερίδιό της, με το μακεδονικό Ουρανοπίθηκο. Ο ίδιος ο Begun, όπως άλλωστε ο δικός μας αρχαιολόγος Άρης Πουλιανός είχε τονίσει, θεωρεί πως ο Ελλαδικός Ουρανοπίθηκος και γενικότερα ο Ευρασιάτης Δρυοπίθηκος θα εξελιχθεί στους μεταγενέστερους Αφρικανικούς Αυστραλοπιθήκους (ή ίσως σ' ένα άλλο άγνωστο προς το παρόν είδος), που με τη σειρά τους θα εξελιχθούν στους πρώτους Homo erectus (= όρθιος άνθρωπος).


Αφήνουμε λοιπόν εδώ τον Begun να μας αφηγηθεί την ιστορία του Δρυοπίθηκου:

"Κατά τη διάρκεια της Μειόκαινης περιόδου, μεταξύ 22 και 5.5 εκατομμύρια χρόνια πριν, τουλάχιστον 100 είδη πιθήκων περιφέρονταν στον Παλιό Κόσμο. Ο Proconsul ζούσε στην Ανατολική Αφρική, ο Ορεοπίθηκος (Oreopithecus) στην Ιταλία, ο Σιβαπίθηκος (Sivapithecus) στην Ασία, και οι Ουρανοπίθηκος (Ouranopithecus) και Δρυοπίθηκος (Dryopithecus)- μέλη της γενεαλογικής σειράς που θεωρείται ότι έδωσε τους Αφρικανικούς πιθήκους και τους ανθρώπους- στην Ελλάδα και στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη, αντίστοιχα.


Ο Αφρικανικός 'Ανθύπατος' (Proconsul), ο Ασιατικός Σιβαπίθηκος και ο Ευρωπαϊκός Δρυοπίθηκος

Μέχρι τώρα, οι ερευνητές έχουν εντοπίσει μέχρι και 40 είδη απολιθωμάτων πιθήκων της Μειόκαινης από τοποθεσίες σε ολόκληρο τον Παλιό Κόσμο- οκτώ φορές περισσότερα από αυτά που επιβιώνουν σήμερα. Τέτοια ποικιλομορφία φαίνεται να χαρακτηρίζει την αρχική οικογένεια των πιθήκων: σχεδόν μόλις εμφανίζονται οι πρώτοι πίθηκοι στο αρχείο απολιθωμάτων, υπάρχουν πολλά είδη τους. 14 είδη  είναι γνωστό μέχρι σήμερα ότι είχαν κατοικήσει την Αφρική κατά την πρώιμη Μειόκαινη, μεταξύ 22  και 17 εκατομμύρια χρόνια πριν. Και λαμβάνοντας υπόψη την εξαιρετικά ελλειπή φύση του αρχείου απολιθωμάτων, το πιθανότερο είναι ότι αυτός ο αριθμός είναι σημαντικά υποτιμημένος σχετικά με τους πιθήκους που υπήρχαν εκείνη την εποχή. Όπως οι ζώντες πίθηκοι, αυτά τα πλάσματα ποίκιλλαν σημαντικά σε μέγεθος. Το μικρότερο είδος ζύγιζε μόλις 3 κιλά, ελάχιστα περισσότερο από μια σύγχρονη μικρή οικιακή γάτα, ενώ το μεγαλύτερο είδος ζύγιζε σαν έναν τωρινό γορίλα των  80 κιλών. Ήταν ακόμη πιο ποικιλόμορφα από ό,τι οι σύγχρονοι απόγονοί τους σε ό,τι αφορά τη διατροφή τους, με ορισμένα είδη εξειδικευμένα να τρώνε φύλλα, φρούτα και ξηρούς καρπούς, παρόλο που η πλειοψηφία τους συνήθιζε να τρώει ώριμα φρούτα, όπως κάνουν σήμερα οι περισσότεροι πίθηκοι. Η κύρια διαφορά μεταξύ αυτών των πρώιμων πιθήκων και των τωρινών είναι η στάση τους και ο τρόπος που περπάταγαν. Οι σύγχρονοι πίθηκοι παρουσιάζουν ένα πλούσιο ρεπερτόριο μετακίνησης- από την άκρως ακροβατική κίνηση από κλαρί σε κλαρί (brachiation) των δενδρόβιων γιββώνων μέχρι το βάδισμα με το πάνω μέρος των χεριών (knuckle walking) των γορίλλων- οι πίθηκοι της Μειόκαινης ήταν υποχρεωμένοι να κινούνται ανάμεσα στα κλαριά των δέντρων στα τέσσερα. Για να γίνει κατανοητό γιατί οι πρώιμοι αυτοί πίθηκοι περιορίστηκαν σε αυτήν την κίνηση, πρέπει να έχουμε υπόψη την ανατομία των πρώιμων πιθήκων της Μεικόκαινης. Ο γνωστότερος πίθηκος αυτής της περιόδου είναι ο 'Ανθύπατος' (Proconsul), με εξαιρετικά πλήρη απολιθώματα που προέρχονται από τοποθεσίες στο νησί Rusinga της Κένυα. Οι ειδικοί αναγνωρίζουν από αυτήν την περίοδο 4 είδη Proconsul, που κυμαινόταν σε μέγεθος από περίπου 10 κιλά μέχρι πιθανώς και 80 κιλά. Ο Proconsul μας δίνει μια καλή ιδέα της ανατομίας και της κίνησης των πρώιμων πιθήκων. Όπως όλα τα επιζώντα είδη πιθήκων, έτσι κι εκείνος δεν είχε ουρά. Και διέθετε πιο ευκίνητους γοφούς, ώμους, καρπούς, αστραγάλους, χέρια και πόδια, σε σχέση με τους σύγχρονους πιθήκους, προαναγγέλοντας τις θεμελιώδεις προσαρμογές των σημερινών πιθήκων και ανθρώπων για ευλυγισία στις αρθρώσεις αυτές. Στους σύγχρονους πιθήκους, αυτή η αυξημένη κινητικότητα εξηγεί τον ιδιαίτερο τρόπο κίνησης και αιώρησής τους από κλαρί σε κλαρί. Στον άνθρωπο, οι δεξιότητες αυτές έχουν υιοθετηθεί, ή δανειστεί, με μια εξελικτική έννοια, για τη βελτιωμένη χρήση των άνω άκρων- κάτι που επέτρεψε στους προγόνους μας να χρησιμοποιήσουν για πρώτη φορά εργαλεία. Παράλληλα όμως, ο Proconsul και οι όμοιοί του διατήρησαν ορισμένα χαρακτηριστικά των μαϊμούδων, στην σπονδυλική στήλη, στο πέλμα και στα μπροστινά άκρα, ώστε να μπορούν καλύτερα, σαν τις μαϊμούδες από τις οποίες προήλθαν, να μετακινούνται περνώντας από τις άκρες των κλαριών των δέντρων, αντί να κρέμονται από κλαρί σε κλαρί. (Αρκετά ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι ένας πρώιμος είδος πιθήκου από την Ουγκάντα, ο Μοροτοπίθηκος (Morotopithecus), μπορεί να είχε την ιδιότητα της αιώρησης, αλλά τα στοιχεία είναι ανεπαρκή.) Μόνο όταν οι πρώτοι πίθηκοι απαλλάχθηκαν από το αντίστοιχο εξελικτικό φορτίο μπόρεσαν να υιοθετήσουν τους τρόπους κίνησης των σύγχρονων πιθήκων.


Παρότι η Αφρική ήταν το λίκνο των πιθήκων, όπου και εμφανίστηκαν περισσότερα από 20 εκατομμύρια χρόνια πριν, δεν άργησαν αυτά τα είδη να αποικήσουν το υπόλοιπο του Παλιού Κόσμου. Αλλαγές στη στάθμη της θάλασσας ένωναν και χώριζαν ανά διαστήματα την Αφρική με την Ευρασία. Η λεγόμενη γέφυρα Aland που ένωνε την Ανατολική Αφρική με την Ευρασία μεταξύ 17 και 16.5 εκατομμύρια χρόνια πριν έδωσε τη δυνατότητα στους πιθήκους της πρώιμης Μειόκαινης να εισβάλλουν στην Ευρασία (1). Στα επόμενα μερικά εκατομμύρια χρόνια, εξαπλώθηκαν στη Δυτική Ευρώπη και στην Άπω Ανατολή, και οι μεγάλοι πίθηκοι εξελίχθηκαν. Κάποιοι πρωτόγονοι πίθηκοι επέστρεψαν στην Αφρική. (2) Οι υπόλοιποι καθώς απομονώθηκαν από την Αφρική εξαιτίας της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, εξελίχθηκαν σ' έναν αριθμό διαφορετικών ειδών. (3). Δραστικές κλιματικές αλλαγές προς το τέλος της ύστερης Μειόκαινης εξαφάνισαν τους περισσότερους από τους Ευρασιατικούς πιθήκους. Οι δύο σειρές που επέζησαν- αυτές που αντιπροσωπεύονται από το Σιβαπίθηκο και το Δρυοπίθηκο- το κατάφεραν μετακινούμενοι στην Νοτιοανατολική Ασία και στην Αφρική (4).


Afropithecus turkanensis

Οι περισσότεροι από τους πιθήκους της πρώιμης Μειόκαινης εξαφανίστηκαν. Αλλά ένας από αυτούς- ίσως ο Αφροπίθηκος (Afropithecus) από την Κένυα- ήταν ο προγονικός στα είδη που κατάφεραν για πρώτη φορά να βρουν το δρόμο προς την Ευρασία πριν από περίπου 16.5 εκατομμύρια χρόνια. Περίπου εκείνη την εποχή μια γέφυρα ξηράς δημιουργήθηκε ανάμεσα στην Αφρική και στην Ευρασία, χάρη στην πτώση της στάθμης της θάλασσας. Μια έξοδος πολλών θηλαστικών έλαβε χώρα. Ανάμεσα στα είδη που μετανάστευσαν ήταν ελέφαντες, τρωκτικά, χοίροι και αντιλόπες, μερικά εξωτικά είδη όπως μυρμηγκοφάγοι, και πρωτεύοντα.

Οι πίθηκοι που ταξίδευσαν προς την Ευρασία από την Αφρική φαίνεται ότι πέρασαν από τη Σαουδική Αραβία, όπου βρέθηκαν τα απομεινάρια του Ηλιοπίθηκου (Heliopithecus), ενός πιθήκου ίδιου με τον Αφροπίθηκο. Και τα δυο αυτά είδη είχαν ένα πυκνό στρώμα σμάλτου στα δόντια- κατάλληλο για τη βρώση σκληρών τροφών, όπως καρύδια και γενικά τρόφιμα προστατευμένα από τσόφλι. Αυτή η οδοντική καινοτομία έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στο να βοηθήσει τους απογόνους τους να αξιοποιήσουν τους πόρους στα δάση της Ευρασίας που δεν ήταν στη διάθεση του Proconsul και των περισσότερων πρώιμων πιθήκων.

Όταν η θάλασσα ανέβηκε και έκλεισε τη γέφυρα που ένωνε την Αφρική με την Ευρασία ύστερα από μισό εκατομμύριο χρόνια, οι πίθηκοι βρέθηκαν απομονωμένοι σε αυτήν τη νέα γη. Η μετακίνηση ειδών σε νέα περιβάλλοντα ευνοεί την δημιουργία νέων ειδών, και η άφιξη των πιθήκων στην Ευρασία δεν αποτελεί εξαίρεση. Πράγματι, σ' ένα γεωλογικά σύντομο χρονικό διάστημα, αυτά τα πρωτεύοντα προσαρμόστηκαν στις νέες οικολογικές συνθήκες και διαφοροποιήθηκαν σε μια πληθώρα ειδών- τουλάχιστον 8 μέσα σε μόλις 1.5 εκατομμύριο χρόνια. Αυτή η έξαρση εξελικτικής δραστηριότητας έθεσε τις βάσεις για την εμφάνιση των μεγάλων πιθήκων και των ανθρώπων.


Αλλά μόνο πρόσφατα οι ερευνητές έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν πόσο σημαντική ήταν η Ευρασία από αυτή την άποψη. Οι παλαιοντολόγοι συνήθιζαν να θεωρούν ότι πίθηκοι πιο εξελιγμένοι από τον Αφροπίθηκο και τον Ηλιοπίθηκο στην ικανότητα αξιοποίησης τροφής  έφθασαν στην Ευρασία πριν από περίπου 15 εκατομμύρια χρόνια, περίπου την περίοδο που εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην Αφρική. Αυτό ταιριάζει με την περιγραφή ότι πρώτα εμφανίστηκαν στην Αφρική και στην συνέχεια εξαπλώθηκαν προς το Βορρά. Νέα στοιχεία απολιθωμάτων, ωστόσο, δείχνουν ότι προηγμένοι πίθηκοι (με μεγάλα σαγόνια και δόντια) βρίσκονταν στην πραγματικότητα στην Ευρασία πολύ νωρίτερα. Το 2001 και το 2003 οι συνάδελφοί μου κι εγώ περιγράψαμε έναν πιο μοντέρνο πίθηκο, το Γριφοπίθηκο (Griphopithecus), από τοποθεσίες 16,5 εκατομμυρίων ετών  στη Γερμανία και στην Τουρκία, πηγαίνοντας έτσι πίσω το αρχείο απολιθωμάτων των Ευρασιατικών πιθήκων περισσότερο από ένα εκατομμύριο χρόνια. Η εμφανής απουσία τέτοιων εξελιγμένων μοντέλων στην Αφρική μεταξύ 17 και 15 εκατομμύρια χρόνια πριν προτείνει ότι, αντίθετα με την προβολή αυτής της περιοχής ως τη μήτρα όλων των μορφών πιθήκων, κάποια ανθρωποειδή εξέλιξαν ορισμένα κρανιακά και οδοντικά χαρακτηριστικά στην Ευρασία και επέστρεψαν στην Αφρική ως πιο προηγμένα είδη όταν υποχώρησε και πάλι η θάλασσα. (Μερικά είδη, όπως ο Κενυαπίθηκος (Kenyapithecus) από την Κένυα, μπορεί να είχαν προχωρήσει να αναπτύξουν κάποιες ανατομικές προσαρμογές στα οστά κάτω από το κρανίο για μια ζωή στο έδαφος, αλλά, κατά το μεγαλύτερο μέρος, αυτά τα ζώα εξακολουθούσαν να μοιάζουν με τους προκατόχους τους της πρώιμης Μειόκαινης από το λαιμό και κάτω.)


Προς το τέλος της μέσης Μειόκαινης, περίπου πριν από 13 εκατομμύρια χρόνια, έχουμε στοιχεία για μεγάλους πίθηκους στην Ευρασία, όπως, χαρακτηριστικά, τα απολιθώματα του μεγάλου πιθήκου του Lartet, του Δρυπίθηκου στην Ευρώπη και του Σιβαπίθηκου στην Ασία. Όπως οι σύγχρονοι πίθηκοι, εκείνα τα ζώα είχαν μακριά, ισχυρά σαγόνια με μεγάλους κοφτήρες, κοφτερούς κυνόδοντες, και μεγάλους τραπεζίτες με σχετικά απλές επιφάνειες μασήματος- ένας εξοπλισμός κατάλληλος για μια δίαιτα μαλακών, ώριμων φρούτων. Ο προγναθισμός επίσης ήταν μικρός, αντανακλώντας τη μειωμένη σημασία της όσφρησης προς όφελος της όρασης. Μελέτες στα δόντια του Δρυοπίθηκου και του Σιβαπίθηκου δείχνουν ότι αυτά τα πλάσματα μεγάλωναν σχετικά αργά και ότι είχαν έναν κύκλο ζωής παρόμοιο με αυτόν των σύγχρονων μεγάλων πιθήκων- ωριμάζοντας σχετικά αργά, έχοντας μακροβιότητα, μεγαλώνοντας ένα μικρό κάθε φορά, κοκ. Άλλα στοιχεία δείχνουν ότι αν αυτοί οι μείζονες πίθηκοι ζούσαν σήμερα, δεν θα διέφεραν από τους σύγχρονους ομολόγους τους: απολιθώματα θηκών κρανίων του Δρυοπίθηκου τονίζουν ότι είχε τόσο μεγάλο εγκέφαλο όσο κι ένας σύγχρονος χιμπατζής ανάλογων διαστάσεων. Δεν έχουμε άμεσα στοιχεία για το μέγεθος του εγκεφάλου του Σιβαπίθηκου, αλλά δεδομένου ότι η φυσική εξέλιξη ενός είδους είναι ανάλογη με το μέγεθος του εγκεφάλου, είναι πιθανό ότι αυτός ο πίθηκος είχε εξίσου ογκώδη εγκέφαλο.


Η εξέλιξη προς έναν μεγάλο πίθηκο: Ανατομία ενός πρωτόγονου κι ενός μεγάλου πιθήκου. Οι πρώιμοι πίθηκοι είχαν περισσότερο σώμα μαϊμούς, κτισμένο για τη μετακίνηση στις άκρες των κλαριών και περπατώντας στα τέσσερα. Είχαν μια μακριά απόληξη της σπονδυλικής στήλης, βαθύ θώρακα, αγκώνες σχεδιασμένους για δύναμη και ταχύτητα, ώμους και γοφούς που κρατούσαν τα άκρα κατά κανόνα κάτω από το σώμα, ενώ τα πάνω και κάτω άκρα ήταν ισομεγέθη. Οι μείζονες πίθηκοι, από την άλλη, είναι προσαρμοσμένοι να κρέμονται και να ταλαντώνονται από τα κλαριά των δέντρων. Οι σπόνδυλοί τους είναι λιγότεροι και οι ενώσεις τους είναι τέτοιες ώστε να υποστηρίζουν μια πιο κάθετη στάση. Οι μεγάλοι πίθηκοι έχουν επίσης έναν ευρύτερο και πιο ρηχό θώρακα, ευλύγιστο αγκώνα που επιτρέπει την πλήρη έκταση του χεριού για αιώρηση, εξαιρετικά ευκίνητους ώμους και γοφούς που επιτρέπουν μια μεγαλύτερη ποικιλία κινήσεων των άκρων, μεγάλα, ισχυρά χέρια με λαβές, τα οποία είναι μακρύτερα από τα κάτω άκρα.

Ανάλυση των άκρων αυτών των δυο πιθήκων αποκάλυψε επιπλέον κοινά με τους μεγάλους πιθήκους χαρακτηριστικά. Ακόμη, τόσο ο Δρυοπίθηκος όσο και ο Σιβαπίθηκος δείχνουν προσαρμογές στη μετακίνηση μέσω αιώρησης, ειδικά στην άρθρωση του αγκώνα, η οποία ήταν πλήρως εκτατή και σταθερή καθόλη την κίνηση. Μεταξύ των πρωτευόντων, αυτή η μορφολογία είναι μοναδική στους πιθήκους και αντανακλάται κυρίως στην ικανότητά τους να κρέμονται και να ταλαντώνονται ανάμεσα στα κλαριά. Επίσης δίνει στους ανθρώπους τη δυνατότητα να βάλλουν με μεγάλη ταχύτητα και ακρίβεια. Από την πλευρά του, ο Δρυοπίθηκος δείχνει πολυάριθμες άλλες προσαρμογές για την αιώρηση, στα οστά τόσο των κάτω όσο και των άνω άκρων, που είχαν μεγάλες δυνατότητες λαβής. Αθροισμένα αυτά τα χαρακτηριστικά δείχνουν ότι ο Δρυπίθηκος αξιοποίησε το δάσος με παρόμοιο σε μεγάλο βαθμό τρόπο με αυτόν των σύγχρονων πιθήκων. Το πώς ζούσε ο Σιβαπίθηκος είναι λιγότερο σαφές. Κάποια χαρακτηριστικά των άκρων του ζώου αυτού δείχνουν δυνατότητες αιώρησης, ενώ άλλα συνεπάγονται πιο τετράποδες συνήθειες. Κατά πάσα πιθανότητα, ο Σιβαπίθηκος εφάρμοσε έναν τρόπο κίνησης για τον οποίο δεν υπάρχει κάποιο σύγχρονο ανάλογο- ένα προϊόν των δικών του ιδιαίτερων οικολογικών περιστάσεων.

Η σειρά του Σιβαπίθηκου άκμασε στην Ασία, παράγοντας απογόνους σε Τουρκία, Πακιστάν, Ινδία, Νεπάλ, Κίνα και Νοτιοανατολική Ασία. Οι περισσότερες φυλογενετικές αναλύσεις συμφωνούν ότι από το Σιβαπίθηκο κατάγεται ο σύγχρονος Ουρακοτάγκος (Pongo pygmaeus). Σήμερα αυτός ο πίθηκος βρίσκεται στα τροπικά δάση του Βόρνεο και της Σουμάτρας, ως ο μοναδικός επιζών αυτής της επιτυχημένης ομάδας.

Στη Δύση η διασπορά των μεγάλων πιθήκων ήταν εξίσου εκτεταμένη. Μετά το πρώτο είδος Δρυοπίθηκου, ο D. fontani που βρέθηκε από τον Lartet, διάφορα άλλα είδη εμφανίστηκαν μέσα σε περίπου 3 εκατομμύρια χρόνια. Πιο εξειδικευμένοι απόγονοι αυτής της γενεαλογίας ακολούθησαν. Μέσα στα επόμενα 2 εκατομμύρια χρόνια, τέσσερα νέα είδη Δρυοπίθηκου εξελίχτηκαν για να καλύψουν την περιοχή από τη Βορειοδυτική Ισπανία μέχρι τη Δημοκρατία της Γεωργίας. Αλλά το πού κατατάσσεται ο Δρυοπίθηκος στο γενεαλογικό δέντρο των ανθρωποϊδών, είναι αμφιλεγόμενο. Ορισμένες μελέτες συνδέουν το Δρυοπίθηκο με τους Ασιατικούς πιθήκους. Άλλες τον κατατάσσουν ως πρόγονο όλων των σύγχρονων μεγάλων πιθήκων. Η δική μου φυλογενετική ανάλυση- η πιο εμπεριστατωμένη σε ό,τι αφορά τον αριθμό των μορφολογικών χαρακτηριστικών που θεωρήθηκαν-  δείχνει ότι ο Δρυοπίθηκος συνδέεται πιο στενά με έναν πίθηκο που λέγεται Ουρανοπίθηκος (Ouranopithecus) από την Ελλάδα και ότι ένα από τα δύο αυτά Ευρωπαϊκά γένη ήταν ο πιθανός πρόγονος των αφρικανικών πιθήκων και των ανθρώπων.


Αντιπροσωπευτικά δείγματα Δρυοπίθηκου, από την Ισπανία (αριστερά) και από την Ουγγαρία (δεξιά).


Ένα κρανίο Δρυοπίθηκου από τη Ruda- banya της Ουγγαρίας, που οι συνάδελφοί μου και εγώ ανακαλύψαμε το 1999, ενισχύει το προηγούμενο επιχείρημα. Ο 'Γκάμπι,' όπως βαπτίστηκε από τον Ούγγρο γεωλόγο Gabor Hernyak,  είναι το πρώτο δείγμα που διατηρεί ένα σημαντικό ανατομικό χαρακτηριστικό: τη σύνδεση ανάμεσα στο πρόσωπο και στην κρανιακή κοιλότητα. Ο Γκάμπι δείχνει ότι το κρανίο των Δρυοπίθηκων, όπως των Αφρικανικών πιθήκων και των πρώτων ανθρώπων, είχε μια μακρά και χαμηλή κρανιακή κοιλότητα, μια σχετικά λεία ρινική κοιλότητα και ένα μεγαλύτερο κάτω μέρος του προσώπου. Ίσως η πιο σημαντική διαπίστωση είναι ότι, όπως οι Αφρικανικοί πίθηκοι και οι πρώτοι άνθρωποι, ο Δρυοπίθηκος ήταν επίσης κλινόρυγχος, που σημαίνει ότι στο προφίλ το πρόσωπο γέρνει προς τα κάτω. Οι ουρακοτάγκοι αντίθετα- καθώς και ο Ανθύπατος (Proconsul) και οι γίββωνες- έχουν όψεις που κλίνουν προς τα πάνω, μια κατάσταση γνωστή ως αιρορυγχία. Αυτό το βασικό χαρακτηριστικό της κρανιακής αρχιτεκτονικής του Δρυοπίθηκου αποκαλύπτει μια στενή εξελικτική σχέση αυτού του ζώου με τους Αφρικανικούς πιθήκους και τους ανθρώπους. Πρόσθετη υποστήριξη για τη συγκεκριμένη σύνδεση προέρχεται από την παρατήρηση ότι το κρανίο του Δρυπίθηκου μοιάζει με αυτό του μωρού ή νεαρού χιμπατζή- ένα κοινό χαρακτηριστικό της προγονικής μορφολογίας. Κατά συνέπεια, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κρανιακής δομής των ενήλικων χιμπατζήδων, γορίλλων και πρώτων ανθρώπων εξελίχθηκαν ως τροποποιήσεις του βασικού προτύπου που αντιπροσωπεύεται από το Δρυοπίθηκο και τους σύγχρονους νεαρής ηλικίας αφρικανικούς πιθήκους.


Αναπαράσταση του Ελλαδικού Ουρανοπίθηκου και του Ιταλικού Ορεοπίθηκου

Ένας επιπλέον πίθηκος της Μειόκαινης αξίζει ιδιαίτερης μνείας. Το πιο γνωστό απολίθωμα Ευρασιατικού πιθήκου, σε ό,τι αφορά το ποσοστό του σκελετού που ανακτήθηκε, είναι ο 7 εκατομμυρίων ετών Ορεοπίθηκος (Oreopithecus) από την Ιταλία. Περιγράφτηκε για πρώτη φορά το 1872 από το Γάλλο παλαιοντολόγο Paul Gervais, και ήταν ένας πίθηκος πιο εξειδικευμένος στο να τρώει φύλλα από οποιονδήποτε άλλο πίθηκο του Παλιού Κόσμου. Επέζησε μέχρι πολύ αργά στη Μειόκαινη χάρη στα πυκνά και απομονωμένα δάση στα τότε νησιά της Τοσκάνης, τα οποία τελικά θα ενώνονταν μεταξύ τους και με τον κύριο κορμό της Ευρώπης, όταν τα νερά της θάλασσας υποχώρησαν για να σχηματίσουν την Ιταλική χερσόνησο. Μεγαλόσωμο και με μικρό εγκέφαλο, αυτό το πλάσμα είχε τόσο ασυνήθιστη όψη, ώστε δεν είναι γνωστό αν πρόκειται για μια πρωτόγονη μορφή   που προηγείται της διαίρεσης των γιββώνων και των μεγάλων πιθήκων, ή αν πρόκειται για έναν πρώιμο μεγάλο πίθηκο, ή για ένα συγγενικό είδος του Δρυοπίθηκου. Οι Meike Kohler και Salvador Moya-Sola του Ινστιτούτου παλαιοντολογίας της Βαρκελώνης έχουν προτείνει ότι ο Ορεοπίθηκος περπατούσε στα δύο κατά μήκος των άκρων των κλαριών των δέντρων και διέθετε χέρια που έμοιαζαν με αυτά του ανθρώπου, ικανά για μια λαβή ακριβείας. Οι περισσότεροι παλαιοανθρωπολόγοι, ωστόσο, πιστεύουν ότι ήταν ένα ζώο που εφάρμοζε κατά κανόνα την αιώρηση. Ό,τι κι αν ήταν τελικά ο Ορεοπίθηκος, δείχνει πόσο ποικιλότροποι και επιτυχημένοι ήταν οι Ευρασιατικοί πίθηκοι στην προσαρμογή τους στα νέα περιβάλλοντά τους.



Τι συνέβη λοιπόν στα μυριάδες είδη που δεν εξελίχθηκαν στους σημερινούς μεγάλους πιθήκους και στους ανθρώπους, και γιατί οι πρόγονοι των σύγχρονων ειδών επικράτησαν; Ενδείξεις για τις απαντήσεις προέρχονται από παλαιοκλιματολογικές μελέτες. Σε όλη τη μέση Μειόκαινη, οι μεγάλοι πίθηκοι ευδοκίμησαν στην Ευρασία, χάρη στο σταθερό υποτροπικό της περιβάλλον που επικρατούσε τότε και στο θερμό κλίμα. Οι προϋποθέσεις αυτές εξασφάλισαν τη συνεχή παροχή ώριμων φρούτων και ένα δασώδες περιβάλλον που μπορούσε να προσφέρει πολλές διαφορετικές εξελικτικές εναλλακτικές. Οι κλιματικές αλλαγές στην ύστερη Μειόκαινη έθεσαν τέρμα σε αυτήν την εύκολη διαβίωση. Οι συνδυαστικές επιπτώσεις του κτισίματος οροσειρών, όπως οι Άλπεις, τα Ιμαλάια και τα βουνά της Ανατολικής Αφρικής, της μετατόπισης των ωκεάνιων ρευμάτων και του σχηματισμού πολικών πάγων, οδήγησαν στη δημιουργία του σημερινού κύκλου του Ασιατικού μουσώνα, στην αποξήρανση της Ανατολικής Αφρικής και στην ανάπτυξη ενός δροσερότερου κλίματος στην Ευρώπη. Οι περισσότεροι από τους μεγάλους πιθήκους της Ευρασίας εξαφανίστηκαν ως αποτέλεσμα αυτής της περιβαλλοντικής αναμόρφωσης. Οι δύο σειρές όμως που κατάφεραν να επιβιώσουν- δηλαδή ο Δρυοπίθηκος και ο Σιβαπίθηκος- το κατάφεραν χάρη στη μετακίνησή τους νοτίως του τροπικού του Καρκίνου, στην Αφρική και στη Νοτιοανατολική Ασία, αντίστοιχα, ανταποκρινόμενοι στις ίδιες οικολογικές απαιτήσεις που τους είχαν φέρει στην Ευρασία εξαρχής. 

Το βιογεωγραφικό μοντέλο που περιγράφεται παραπάνω παρέχει μια σημαντική προοπτική σχετικά με ένα μακροχρόνιο ζήτημα στην παλαιοανθρωπολογία, πώς και γιατί οι άνθρωποι έφτασαν στο στάδιο να περπατούν στα δύο πόδια. Για να απαντήσουμε το ερώτημα αυτό, θα πρέπει να ξέρουμε από ποια αρχική μορφή εξελίχτηκε ο διποδισμός. Έχοντας έλλειψη σαφών στοιχείων για το πρώτο δίποδο και τον πρόγονό του, δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ποια ήταν η αρχική συνθήκη, αλλά γενικά οι ερευνητές εμπίπτουν σε ένα από τα δύο ακόλουθα στρατόπεδα: αυτούς που πιστεύουν ότι το δίποδο περπάτημα προήλθε από τη δενδρόβια αναρρίχηση και αιώρηση, και εκείνους που πιστεύουν ότι αυτό αναπτύχθηκε από μια επίγεια μορφή διποδισμού, ίσως το περπάτημα με το μπροστινό μέρος των άνω άκρων (knuckle walking). 


Ο Ευρασιατικοί πρόγονοι των Αφρικανικών πιθήκων και των ανθρώπων μετακινήθηκαν Νότια σε ανταπόκριση της ξηρασίας και του παγώματος του περιβάλλοντός του, γεγονός που οδήγησε στην αντικατάσταση των πυκνών δασών από στέπες και σαβάνες. Πιστεύω ότι προσαρμογές σε μια ζωή στο έδαφος- το περπάτημα με την ανάστροφη της παλάμης συγκεκριμένα- ήταν κρίσιμες ώστε αυτή η γενιά πιθήκων να ανταπεξέλθει στην απώλεια των δασών και να διαφύγει στην Αφρική. Με το πού βρέθηκε εκεί, κάποιοι πίθηκοι επέστρεψαν στα δάση, άλλοι εγκαταστάθηκαν σε ποικίλα ημι- δασώδη περιβάλλοντα, και ένας πίθηκος- αυτός από τον οποίο προέρχεται ο άνθρωπος- τελικά κατέλαβε τις ανοικτές περιοχές προσαρμοζόμενος σε μια ζωή στο έδαφος.

Η ευελιξία στην προσαρμογή είναι το συνεπές μήνυμα στην εξέλιξη των ανθρώπων και των πιθήκων. Οι πίθηκοι της πρώιμης Μειόκαινης άφησαν την Αφρική χάρη σε μια νέα προσαρμογή στα σαγόνια και στα δόντια τους που τους έδωσε τη δυνατότητα να εκμεταλλευτούν μια ποικιλία οικολογικών καταστάσεων. Οι Ευρασιατικοί μεγάλοι πίθηκοι εξέλιξαν ένα φάσμα από σκελετικές προσαρμογές που τους επέτρεψαν να επιβιώσουν σε διάφορα περιβάλλοντα, καθώς και μεγάλους εγκεφάλους για να αντιμετωπίσουν περίπλοκες κοινωνικές και οικολογικές προκλήσεις. Αυτές οι διαφοροποιήσεις εξασφάλισαν σε μερικούς από αυτούς να επιβιώσουν απέναντι στις δραματικές κλιματικές αλλαγές που έλαβαν χώρα στο τέλος της Μειόκαινης περιόδου και να επιστρέψουν στην Αφρική, περίπου 9 εκατομμύρια χρόνια πριν. Έτσι οι σειρές που παρήγαγαν τους Αφρικανικούς πιθήκους και τους ανθρώπους, είχαν ήδη μάθει να αντιμετωπίζουν τις συνέπειες ενός περιβάλλοντος που άλλαζε ριζικά. Ως εκ τούτου, δεν είναι παράδοξο που ένα από αυτά τα είδη τελικά εξέλιξε έναν πολύ μεγάλο εγκέφαλο και εξειδικευμένες μορφές τεχνολογίας.

Έχουμε ακόμα πολλά να μάθουμε. Πολλοί παλιοί πίθηκοι αντιπροσωπεύονται μόνο από μερικά σαγόνια και δόντια, αφήνοντας μας με ελάχιστη ή με καμία ιδέα σχετικά με το πώς κινούνταν και στέκονταν, ποιο ήταν το μέγεθος του εγκεφάλου τους ή το βάρος του σώματός τους. Επιπλέον, οι παλαιοανθρωπολόγοι δεν έχουν ακόμη ανακαλύψει απομεινάρια αρχαίων Αφρικανικών πιθήκων. Πράγματι, υπάρχει ένα σημαντικό γεωγραφικό και χρονολογικό κενό στο αρχείο απολιθωμάτων ανάμεσα στους εκπροσώπους της σειράς των ανθρωποειδών στην Ευρώπη (Δρυοπίθηκος και Ουρανοπίθηκος) κι εκείνης των πρώτων ανθρωπιδών στην Αφρική.

Ανεβαίνοντας προς τα πάνω στο εξελικτικό δέντρο (ή, ακριβέστερα, εξελικτικός θάμνος), μπορούμε να βρεθούμε αντιμέτωποι με μια μεγαλύτερη σύγχυση εξαιτίας του γεγονότος ότι τα πρώτα θεωρούμενα μέλη της ανθρώπινης οικογένειας δεν είναι απαραίτητα ανθρώπινα. Για παράδειγμα, ο Σαχελάνθρωπος (Sahelanthropus tchadensis), που ανακαλύφθηκε πρόσφατα στο Τσαντ της Αφρικής, και χρονολογήθηκε να είναι 6- 7 εκατομμυρίων ετών, είναι ένα ανθρωποειδές έχοντας μικρούς κυνόδοντες και πιθανώς ένα ινιακό τμήμα (foramen magnum- η τρύπα στη βάση του κρανίου μέσω της οποίας συμφύεται η σπονδυλική στήλη) στο κέντρο, πράγμα που θα μπορούσε να υποδηλώνει ότι το ζώο ήταν δίποδο. Από την άλλη όμως μεριά, ο Σαχελάνθρωπος διαθέτει έναν αριθμό χαρακτηριστικών του χιμπατζή, καθώς και ένα μικρό εγκέφαλο, προτεταμένη όψη, επικλινές μέτωπο και μεγάλους μυς στο λαιμό. Μία άλλη ανακάλυψη, ο Ορόριν (Orrorin tugenensis), απολιθώματα του οποίου προέρχονται από μια τοποθεσία της Κένυας και χρονολογήθηκαν να είναι 6 εκατομμυρίων ετών, παρουσιάζουν ένα μωσαϊκό ανάμεσα στο χιμπατζή και στον άνθρωπο, όπως άλλωστε και ο 5.8 εκατομμυρίων ετών Ardipithecus ramidus kadabba από την Αιθιοπία. Κάθε ένα από αυτά τα υποείδη έχει περιγραφεί από αυτούς που τα ανακάλυψαν ως πρόγονοι του ανθρώπου. Αλλά στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε ακόμη αρκετά σχετικά με κάποιο από αυτά τα πλάσματα για να πούμε με βεβαιότητα αν είναι αρχάνθρωποι, πρόγονοι των Αφρικανικών πιθήκων, ή εκλιπόντα είδη πιθήκων.  Το παλιότερο αναμφισβήτητα ανθρώπινο απολίθωμα είναι, κατά την άποψή μου, ο 4.4 εκατομμυρίων ετών Ardipithecus ramidus ramidus, επίσης από την Αιθιοπία. 

Η ιδέα ότι οι πρόγονοι των μεγάλων πιθήκων και των ανθρώπων εξελίχθηκαν στην Ευρασία είναι αμφιλεγόμενη, αλλά όχι επειδή δεν υπάρχουν αρκετές αποδείξεις για να την υποστηρίξουν. Ο σκεπτικισμός προέρχεται από την κληρονομιά του Δαρβίνου, του οποίου η πρόβλεψη που αναφέρεται στην αρχή αυτού του άρθρου ερμηνεύεται συνήθως να σημαίνει ότι οι άνθρωποι και οι Αφρικανικοί πίθηκοι εξελίχθηκαν αποκλειστικά στην Αφρική. Οι αμφιβολίες επίσης εκφράζονται και από τους οπαδούς του αφορισμού «η απουσία αποδεικτικών στοιχείων δεν είναι απόδειξη της απουσίας.» Στην πράξη, το γεγονός ότι ακόμα δεν έχουν βρεθεί απολιθώματα μεγάλων πιθήκων στην Αφρική δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν. Αυτό είναι αλήθεια. Αλλά υπάρχουν πολλές τοποθεσίες απολιθωμάτων στην Αφρική που χρονολογούνται μεταξύ 14 και 7 εκατομμύρια χρόνια πριν- ορισμένες από τις οποίες περιέχουν άφθονα λείψανα ζώων που κατοικούσαν σε δάση- χωρίς κάποια να περιέχει απολιθώματα μεγάλων πιθήκων. Μπορεί οι Ευρασιατικοί μεγάλοι πίθηκοι, οι οποίοι έχουν έντονες ομοιότητες με τους σύγχρονους μεγάλους πιθήκους, να εξελίχθηκαν παράλληλα με κάποιους Αφρικανικούς που δεν έχουν ακόμη ανακαλυφθεί, αν και αυτό φαίνεται απίθανο. 

Θα ήταν χρήσιμο αν είχαμε ένα πιο πλήρες αρχείο απολιθωμάτων από το οποίο να συναρμολογήσουμε την εξελικτική ιστορία της ευρύτερης οικογένειάς μας. Οι τρέχουσες έρευνες υπόσχονται να καλύψουν ορισμένα από τα κενά. Αλλά μέχρι τότε, είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε υποθέσεις με βάση όσα γνωρίζουμε. Η άποψη που εκφράζεται εδώ μπορεί να αμφισβητηθεί, όπως άλλωστε απαιτείται για όλες τις επιστημονικές υποθέσεις, μέσω της ανακάλυψης περισσότερων απολιθωμάτων σε νέα μέρη."

Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με την προηγούμενη αφήγηση του καθηγητή Begun, οι Ευρασιατικοί Δρυοπίθηκοι, μαζί με τον δικό μας Ουρανοπίθηκο, καλύπτουν το εξελικτικό κενό μεταξύ 14-7 εκατομμύρια χρόνια, πριν επανεμφανιστούν οι πρώτοι μεγάλοι πίθηκοι στην Αφρική. Αυτή η διαπίστωση δεν παίρνει από την Αφρική την πρωτιά σε ό,τι αφορά την καταγωγή των πρωτευόντων, ένα από τα οποία είναι και ο άνθρωπος, αλλά δείχνει ότι η εξέλιξη δεν συνέβη μόνο στην Αφρική, αλλά ότι είχε και ένα τουλάχιστον στάδιο στην Ευρασία, απ' όπου οι μεταγενέστεροι Αφρικανικοί πίθηκοι (Αυστραλοπίθηκοι) προήλθαν. Οι μετακινήσεις αυτές των πιθηκανθρώπων ή πρωτανθρώπων (πείτε τους όπως θέλετε), υπαγορεύτηκαν από περιβαλλοντικές συνθήκες. Όποτε το κλίμα πάγωνε, τα είδη υποχωρούσαν σε νότια μέρη, και όταν το κλίμα αναθερμαινόταν, τα είδη εξαπλώνονταν βορειότερα. Έτσι κι αλλιώς η διαμόρφωση των ηπείρων ήταν αρκετά διαφορετική από ό,τι είναι σήμερα, όπως και οι μορφές αυτών των πλασμάτων θα ήταν πολύ διαφορετικές από ό,τι μοιάζουν σήμερα οι άνθρωποι.

Planet of the apes, David Begun
The oldest Eurasian hominoid, David Begun, Universtiy of Toronto